ἀκοντιστύς
Τὸ νικᾶν αὐτὸν αὑτὸν πασῶν νικῶν πρώτη τε καὶ ἀρίστη. Τὸ δὲ ἡττᾶσθαι αὐτὸν ὑφ' ἑαυτοῦ πάντων αἴσχιστόν τε ἅμα καὶ κάκιστον. → Τo conquer yourself is the first and best victory of all, while to be conquered by yourself is of all the most shameful as well as evil
English (LSJ)
ύος, ἡ, = ἀκόντισις, game of the dart, ἀκοντιστὺν ἐσδύσεαι Il.23.622.
Spanish (DGE)
-ύος, ἡ
• Prosodia: [ᾰ-]
lanzamiento de jabalina como deporte, Il.23.622.
German (Pape)
[Seite 77] ύος, ἡ, das Speerwerfen, Hom. einmal, Iliad. 28, 622.
French (Bailly abrégé)
ύος (ἡ) :
1 combat avec des javelots;
2 épreuve du lancement de javelot.
Étymologie: ἀκοντίζω.
Russian (Dvoretsky)
ἀκοντιστύς: ύος ἡ Hom., Plut. = ἀκόντισις.
Greek (Liddell-Scott)
ἀκοντιστύς: -ύος, ἡ Ἰων. ἀντὶ ἀκόντισις, ὁ ἀγὼν τοῦ ἀκοντίου (ὡς τὸ ἐν τῇ Ἀνατολῇ τζιρίτ), οὐδὲ τ’ ἀκοντιστὺν ἐσδύσεαι, «οὐδ’ εἰς ἀγῶνα ἀκοντίου κατελεύση», Ἰλ. Ψ. 622, και σχόλια αὐτόθι.
English (Autenrieth)
contest of the dart, Il. 23.622.
Greek Monolingual
ἀκοντιστὺς (-ύος), η (Α) ἀκοντίζω
το αγώνισμα του ακοντισμού.
Greek Monotonic
ἀκοντιστύς: -ύος, ἡ, Ιων. αντί ἀκόντισις, ο αγώνας της ρίψης του ακοντίου, σε Ομήρ. Ιλ.