ὡρονομέω

From LSJ
Revision as of 13:19, 16 October 2022 by Spiros (talk | contribs)

νόησε δὲ δῖος Ὀδυσσεὺς σαίνοντάς τε κύνας, περί τε κτύπος ἦλθε ποδοῖινgodly Odysseus heard the fawning of dogs, and on top of that came the beat of two feet

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὡρονομέω Medium diacritics: ὡρονομέω Low diacritics: ωρονομέω Capitals: ΩΡΟΝΟΜΕΩ
Transliteration A: hōronoméō Transliteration B: hōronomeō Transliteration C: oronomeo Beta Code: w(ronome/w

English (LSJ)

to be in the ascendant, Man.1.58,339: c. acc., Κρόνος ὡρονομεῖ τετραπόδων γένεσιν AP11.383 (Pall.).

French (Bailly abrégé)

-ῶ :
1 tirer l'horoscope de qqn;
2 présider à la naissance de qqn.
Étymologie: ὡρονόμος.

German (Pape)

[Seite 1415] 1) die Tageszeiten, Stunden eintheilen, anzeigen. – 2) die Stunde regieren, von dem eintretenden Zeichen des jedesmaligen Planeten, γένεσιν ὡρονομεῖ Κρόνος Pallad. 30 (XI, 383).

Russian (Dvoretsky)

ὡρονομέω: астрол. (о небесных светилах) определять (γένεσίν τινος Anth.).

Greek (Liddell-Scott)

ὡρονομέω: κυβερνῶ τὴν ὥραν τῆς γεννήσεως, ἐπὶ πλανητῶν, Μανέθων 1. 58, 339· μετ’ αἰτιατ., γένεσιν ὡρονομεῖ Κρόνος Ἀνθολ. Παλατ. 11. 383.

Greek Monotonic

ὡρονομέω: μέλ. -ήσω, κυβερνώ την ώρα της γεννήσεως, λέγεται για τους πλανήτες, σε Ανθ.

Middle Liddell

ὡρονομέω, fut. -ήσω
to rule the hour of birth, of planets, Anth.