ἑπτακόσιοι
τί δ' ἢν ῥαφανιδωθῇ πιθόμενός σοι τέφρᾳ τε τιλθῇ, ἕξει τινὰ γνώμην λέγειν τὸ μὴ εὐρύπρωκτος εἶναι; → What if he should have a radish shoved up his ass because he trusted you and then have hot ashes rip off his hair? What argument will he be able to offer to prevent himself from having a gaping-anus | but suppose he trusts in your advice and gets a radish rammed right up his arse, and his pubic hairs are burned with red-hot cinders. Will he have some reasoned argument to demonstrate he's not a loose-arsed bugger
English (LSJ)
αι, α, seven hundred, Hdt.2.140, etc.
German (Pape)
[Seite 1012] αι, α, siebenhundert, Her. 3, 91; Plat. u. A.
French (Bailly abrégé)
αι, α;
sept cents.
Étymologie: ἑπτά, -κόσιοι.
Russian (Dvoretsky)
ἑπτᾰκόσιοι: семьсот Her., Thuc.
Greek (Liddell-Scott)
ἑπτᾰκόσιοι: -αι, -α, ὡς καὶ νῦν, Ἡρόδ. 2. 140, κλ.
Greek Monolingual
και εφτακόσιοι, -ες, -α (Α ἑπτακόσιοι, -αι, -α)
(απόλ. αριθμτ.) επτά εκατοντάδες
νεοελλ.
το ουδ. σε χρήση αντί για το τακτικό επτακοσιοστός («το επτακόσια μετά Χριστόν» — το επτακοσιοστό έτος μετά τη γέννηση του Χριστού).
Greek Monotonic
ἑπτᾰκόσιοι: -ια, -α, εφτακόσιοι, σε Ηρόδ. κ.λπ.
Middle Liddell
Lexicon Thucydideum
septingenti, seven hundred, 1.115.4. 4.70.1. 4.78.1. 4.80.5. 4.129.3. 5.3.4. 5.74.3. 5.112.2. 6.43.1. 6.43.17.1.5. 7.35.1. [praeterea vulgo pro moreover commonly instead of ἑξακόσιοι6.96.3.]