ἑξαπέλεκυς
Βίων δύο ἔλεγε διδασκαλίας εἶναι θανάτου, τόν τε πρὸ τοῦ γενέσθαι χρόνον καὶ τὸν ὕπνον → Bion used to say that we have two teachers for death: the time before we were born and sleep | Bion said that there are two rehearsals for death: the time before being born and sleep
English (LSJ)
εως, ὁ, ἡ,
A with six axes, ἑ. ἀρχή, = Lat. sexfascalis, of the praetor, Plb.3.40.9; ἑ. ἡγεμών or simply ἑ. a praetor, Id.2.24.6, 3.40.11; στρατηγός ib.106.6, D.S.31.42: pl., App.Syr.15.
German (Pape)
[Seite 870] εως, mit sechs Beilen, die Prätoren, denen 6 Lictoren mit Fasces vorangingen, Pol. 3, 40, 9 u. a. Sp.
Greek (Liddell-Scott)
ἑξᾰπέλεκυς: -εως, ὁ, ἡ, ἔχων ἓξ πελέκεις, ἑξ. ἀρχή, τὸ ἀξίωμα τοῦ Ρωμαίου Πραίτωρος, Πολύβ. 3. 40, 9· ἑξ. ἡγεμὼν ἢ στρατηγὸς ἢ ἁπλῶς ἑξαπέλεκυς = πραίτωρ, ὁ αὐτ. 2. 24, 6., 3. 40, 11, κτλ.
Spanish (DGE)
-εως
al que corresponde un séquito de seis portadores de fasces o lictores, e.d., propio de la pretura por op. a la dignidad consular, a la que correspondían doce lictores, como trad. de lat. sexfascalis οἱ δὲ δὺο τὴν ἑξαπέλεκυν (ἀρχήν) los otros dos eran de la pretura, e.d., eran pretores, Plb.3.40.9, cf. Them.Or.34.453
•de pers. perteneciente a la pretura, pretor ἑ. ὑπάρχων Plb.3.40.11, ἡγεμών Plb.2.24.6, cf. 3.40.14, στρατηγός Plb.3.106.6, cf. 33.1.5, D.S.29.26, 31.42, 33.2, App.Syr.15
•subst. οἱ ἑξαπελέκεις los pretores ἐξαπέστειλαν ... ἕνα δὲ τῶν ἑξαπελέκεων Plb.2.23.5, cf. 3.56.6.
Greek Monolingual
ἑξαπέλεκυς, ο, η (Α)
1. αυτός που έχει έξι πελέκεις, τσεκούρια
2. (ειδ.) αυτός που η εξουσία του συμβολίζεται με έξι τσεκούρια («ἑξαπέλεκυς ἡγεμών, στρατηγός, πραίτωρ», Πολ.)
3. το αρσ. ως ουσ. ἑξαπέλεκυς
πραίτορας, στρατηγός
4. φρ. «ἑξαπέλεκυς ἀρχή» — το αξίωμα του πραίτορα, η αρχή του στρατηγού (Πολ.).