ἔγχωρος
Κινδυνεύουσι γὰρ ὅσοι τυγχάνουσιν ὀρθῶς ἁπτόμενοι φιλοσοφίας λεληθέναι τοὺς ἄλλους ὅτι οὐδὲν ἄλλο αὐτοὶ ἐπιτηδεύουσιν ἢ ἀποθνῄσκειν τε καὶ τεθνάναι → Actually, the rest of us probably haven't realized that those who manage to pursue philosophy as it should be pursued are practicing nothing else but dying and being dead (Socrates via Plato, Phaedo 64a.5)
English (LSJ)
ον, (χώρα) = foreg., S.Ph.692 (lyr.), OC125 (lyr.), Lyc.509, etc.;
A φάσματα S.Ichn. 322 (lyr.).
German (Pape)
[Seite 715] dasselbe, Soph. Phil. 687 O. C. 125 u. sp. D., wie Lycophr. 509.
Greek (Liddell-Scott)
ἔγχωρος: -ον, (χώρα) = τῷ προηγ., Σοφ. Φ. 692, Ο. Κ. 125.
French (Bailly abrégé)
ος, ον :
c. ἐγχώριος.
Spanish (DGE)
-ον
del país, local λαοί A.Supp.976, ὁ πρέσβυς S.OC 125, φάσματα S.Fr.314.330, νόμοις ἕπεσθαι τοῖσιν ἐγχώροις καλόν S.Fr.937, cf. Men.Mon.518, θάμβος ἐγχώροις μέγα Lyc.509
•subst. ὁ ἔ. habitante del país, lugareño οὐδέ τιν' ἐγχώρων κακογείτονα S.Ph.692.
Greek Monolingual
ἔγχωρος, -ον (Α)
1. εγχώριος
2. επιχώριος.
Greek Monotonic
ἔγχωρος: -ον (χώρα), = το προηγ., σε Σοφ.
Russian (Dvoretsky)
ἔγχωρος: Soph. = ἐγχώριος I.