χειρογραφία

From LSJ
Revision as of 12:50, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (46)

Τὸ μανθάνειν δ' ἥδιστον εὖ λέγοντος, εἰ κέρδος λέγοι → It is the sweetest thing to learn from one speaking well, if they speak profitably

Sophocles, Antigone, 1031-2
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: χειρογρᾰφία Medium diacritics: χειρογραφία Low diacritics: χειρογραφία Capitals: ΧΕΙΡΟΓΡΑΦΙΑ
Transliteration A: cheirographía Transliteration B: cheirographia Transliteration C: cheirografia Beta Code: xeirografi/a

English (LSJ)

ἡ,

   A report in writing, PTeb.64 (a).54 (ii B.C.).    2 declaration attested by oath, written testimony, χ. ὅρκου βασιλικοῦ ib.27.32 (ii B.C.); κατὰ νόμους χειρογραφίας PRev.Laws 37.13 (iii B.C.); παραβεβηκότος τὰ τῆς χ. PAmh.2.35.31 (ii B. C.).

Greek (Liddell-Scott)

χειρογραφία: ἡ, ἡ διὰ χειρὸς γραφή, Ἰω. Σκυλ. ἐν Γ. Κεδρ. τ. Β΄, σ. 666, 1.

Greek Monolingual

ἡ, ΜΑ χειρογράφος
ιδιόχειρη γραφή, γράψιμο με το ίδιο το χέρι κάποιου («ἐπηκολούθηκα τῇ αὐθεντικῇ χειρογραφίᾳ», πάπ.)
αρχ.
1. ένορκη δήλωση ή κατάθεση
2. χειρόγραφο
3. τυπική έκφραση.