ἐξαναφανδόν
Κινδυνεύουσι γὰρ ὅσοι τυγχάνουσιν ὀρθῶς ἁπτόμενοι φιλοσοφίας λεληθέναι τοὺς ἄλλους ὅτι οὐδὲν ἄλλο αὐτοὶ ἐπιτηδεύουσιν ἢ ἀποθνῄσκειν τε καὶ τεθνάναι → Actually, the rest of us probably haven't realized that those who manage to pursue philosophy as it should be pursued are practicing nothing else but dying and being dead (Socrates via Plato, Phaedo 64a.5)
English (LSJ)
Adv.
A openly, ἐρέω δέ τοι ἐ. Od.20.48.
German (Pape)
[Seite 868] ganz offenbar, Od. 20, 48.
Greek (Liddell-Scott)
ἐξαναφανδόν: ἐπίρρ. = ἀναφανδόν, «ὁλοφάνερα», ἐρέω δέ τοι ἐξαναφανδὸν Ὀδ. Υ. 48.
French (Bailly abrégé)
adv.
au grand jour, ouvertement.
Étymologie: ἐξαναφαίνω, -δον.
English (Autenrieth)
Spanish (DGE)
adv. abiertamente, a las claras ἐρέω δέ τοι ἐ. Od.20.48.
Greek Monolingual
ἐξαναφανδόν (Α) εξαναφαίνω
επίρρ. ολοφάνερα, εντελώς φανερά («ἐρέω δέ τοι ἐξαναφανδόν», Ομ. Οδ.).
Greek Monotonic
ἐξαναφανδόν: επίρρ., ολοφάνερα, σε Ομήρ. Οδ.
Russian (Dvoretsky)
ἐξαναφανδόν: ἐξαναφαίνω adv. совершенно открыто, ясно, напрямик (ἐρέω δέ τοι Hom.).
Middle Liddell
adverb
all openly, Od.