διαπαρατριβή

From LSJ
Revision as of 22:25, 23 August 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")

πενία δ' ἀγνώμονάς γε τοὺς πολλοὺς ποιεῖ → Immemores beneficiorum gignit inopia → Die Armut macht die meisten rücksichtslos und hart

Menander, Monostichoi, 227
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: διαπαρατρῐβή Medium diacritics: διαπαρατριβή Low diacritics: διαπαρατριβή Capitals: ΔΙΑΠΑΡΑΤΡΙΒΗ
Transliteration A: diaparatribḗ Transliteration B: diaparatribē Transliteration C: diaparatrivi Beta Code: diaparatribh/

English (LSJ)

ἡ, constant wrangling, 1 Ep.Ti.6.5.

Greek (Liddell-Scott)

διαπαρατρῐβή: ἡ, βίαιος, σφοδρὸς ἀγών, φιλονικία, Ν. Δ. Α' Τιμ. Ϛ', 5, Κλήμης 1. 736 (Migne)· (κοιν. παραδιατριβαί).

French (Bailly abrégé)

ης (ἡ) :
violente querelle.
Étymologie: διά, παρατριβή.

Spanish (DGE)

-ῆς, ἡ
diatriba constante διαπαρατριβαὶ διεφθαρμένων ἀνθρώπων τὸν νοῦν constantes diatribas de hombres de mente corrompida 1Ep.Ti.6.5.

Greek Monolingual

διαπαρατριβή, η (Α)
βίαιος ανταγωνισμός.

Greek Monotonic

διαπαρατρῐβή: ἡ, βίαιη διαμάχη, σφοδρός αγώνας, σε Καινή Διαθήκη

Russian (Dvoretsky)

διαπαρατρῐβή:страстный спор (NT - v.l. παραδιατριβή).

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

δια-παρατριβή -ῆς, ἡ, alleen plur. geruzie, gekrakeel.

Middle Liddell

δια-παρα-τρῐβή, ἡ, n
violent contention, NTest.

Chinese

原文音譯:paradiatrib» 爬拉-笛阿-特里卑
詞類次數:名詞(1)
原文字根:在旁-經過-磨損
字義溯源:錯誤應用,無理取鬧,爭論,爭競,時常不和,不斷爭競,頑強競爭,互相激怒;由(παρά)*=旁,出於)與(διατρίβω)=消磨)組成;其中 (διατρίβω)又由(διά)*=通過)與(τρίβος)=路徑,走踏成路)組成;而 (τρίβος)又出自(τρίβος)X*=磨擦)
出現次數:總共(1);提前(1)
譯字彙編
1) 不斷爭競(1) 提前6:5