παρεπιδείκνυμι
From LSJ
οἵτινες πόλιν μίαν λαβόντες εὐρυπρωκτότεροι πολύ τῆς πόλεος ἀπεχώρησαν ἧς εἷλον τότε → after taking a single city they returned home, with arses much wider than the city they captured
English (LSJ)
A point out beside or at the same time, LXX 2 Ma.15.10. 2 display, κακῶς [τὴν τέχνην] Gal.8.600. II Med., display one's ideas, Phld. Vit.p.39 J.; also in a depreciatory sense, exhibit out of season, make a display, Plu.2.43d, Luc.Hist. Conscr.57.
Greek Monolingual
Α επιδείκνυμι
1. δείχνω κάτι παράλληλα, ταυτόχρονα με κάτι άλλο
2. επιδεικνύω κάτι σε κάποιον
3. μέσ. α) φανερώνω, εκδηλώνω, εκθέτω τις ιδέες μου
β) (με μειωτ. σημ.) επιδεικνύομαι, κάνω επίδειξη.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
παρ-επιδείκνυμι, med. pronken.