ἀριστητήριον
τίς γὰρ ἁδονᾶς ἄτερ θνατῶν βίος ποθεινὸς ἢ ποία τυραννίς; τᾶς ἄτερ οὐδὲ θεῶν ζηλωτὸς αἰών → What human life is desirable without pleasure, or what lordly power? Without it not even the life of the gods is enviable.
English (LSJ)
[ᾱ], τό, (ἀριστάω) refectory, τὸ ἱερὸν ἀ. τοῦ θεοῦ BCH 15.184.
Spanish (DGE)
-ου, τό
sala de banquetes para las comidas sagradas de los fieles de Zeus Panamaro IStratonikeia 17.17, 270.6 (ambas II d.C.)
•comedor, PZilliac.6.26, 28 (VI d.C.), PLond.1874 (VII d.C.), cf. prob. haplografía ἀριστήριον PMasp.302.10 (VI d.C.)
•refectorio Cyr.S.V.Euthym.18.3, 64.18, 69.17.
Greek (Liddell-Scott)
ἀριστητήριον: τό, παρ’ Ἐκκλ. μέρος ἔνθα γευματίζει ἤ δειπνεῖ τις, δειπνητήριον, «τραπεζαρία».
Greek Monolingual
ἀριστητήριον, το (AM)
μέρος όπου γευματίζει ή δειπνεί κάποιος, η τραπεζαρία.
[ΕΤΥΜΟΛ. < αριστώ («προγευματίζω ή γευματίζω») < άριστον «το πρόγευμα ή το γεύμα»].