σαρκικός
Βίων δύο ἔλεγε διδασκαλίας εἶναι θανάτου, τόν τε πρὸ τοῦ γενέσθαι χρόνον καὶ τὸν ὕπνον → Bion used to say that we have two teachers for death: the time before we were born and sleep | Bion said that there are two rehearsals for death: the time before being born and sleep
English (LSJ)
ή, όν,= sq. 1, χρώς, δέρμα, Sotad.19; = sq. 3, 1 Ep.Cor.9.11, Ep.Rom. 7.14 (v.l.), Cod.Just.1.3.41.4.
German (Pape)
[Seite 863] = σάρκινος, Arist. H. A. 10, 2; – bei den K. S. fleischlich, sinnlich, Ggstz des Geistigen.
Greek (Liddell-Scott)
σαρκικός: -ή, -όν, = σάρκινος Ι (ὅπερ εἶναι διάφορ. γραφ.) Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 10. 2, 7, ἐν τῷ συγκρ. ΙΙ. ἐκ σαρκὸς ἀποτελούμενος, εἰς τὴν σάρκα ἀνήκων, προσηλωμένος εἰς τὰ τῆς σαρκός, ὑλικός, ἀντίθετον τῷ πνευματικός, Ἀνθ. Π. 1. 107. - Ἐπίρρ. -κῶς, Ἰγνάτ. πρὸς Ἐφέσ. 10· συγκρ. -ώτερον, Κλήμ. Ἀλεξ. 802.
French (Bailly abrégé)
ή, όν :
1 de chair;
2 qui concerne la chair, charnel;
3 adonné à la chair, sensuel.
Étymologie: σάρξ.