εἰ πάλιν ἔστι γενέσθαι, ὕπνος σ' ἔ̣χει οὐκ ἐπὶ δηρόν, εἰ δ' οὐκ ἔστιν πάλιν ἐλθεῖν, αἰώ̣νιος ὕπνος → if it is possible for you to be born again, you will fall asleep, briefly; if it is not possible to return — it would be eternal sleep
Full diacritics: δεσμόβροχος | Medium diacritics: δεσμόβροχος | Low diacritics: δεσμόβροχος | Capitals: ΔΕΣΜΟΒΡΟΧΟΣ |
Transliteration A: desmóbrochos | Transliteration B: desmobrochos | Transliteration C: desmovrochos | Beta Code: desmo/broxos |
ὁ, A noose, Man.5.133.
[Seite 550] Band u. Schlinge, Maneth. 5, 133.
δεσμόβροχος: ὁ, βρόχος χρησιμεύων ὡς δεσμός, Μανέθ. 5. 133.
δεσμόβροχος, ο (Α)
ο βρόχος με τον οποίο δένεται κάτι.