βαθυδινήεις

From LSJ
Revision as of 10:52, 31 January 2021 by Spiros (talk | contribs) (LSJ2 replacement)

ἀλλὰ τί ἦ μοι ταῦτα περὶ δρῦν ἢ περὶ πέτρην → why all this about trees and rocks, why all these things we have nothing to do with

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: βαθυδινήεις Medium diacritics: βαθυδινήεις Low diacritics: βαθυδινήεις Capitals: ΒΑΘΥΔΙΝΗΕΙΣ
Transliteration A: bathydinḗeis Transliteration B: bathydinēeis Transliteration C: vathydinieis Beta Code: baqudinh/eis

English (LSJ)

v. βαθυδίνης.

German (Pape)

[Seite 424] εσσα, εν, tiefwirbelnd, der Fluß Xanthos (Skamandros) Il. 21, 15. 603; Sp.

French (Bailly abrégé)

ήεσσα, ῆεν;
aux tourbillons profonds.
Étymologie: βαθύς, δίνη.

Spanish (DGE)

(βᾰθῠδῑνήεις) -εσσα, -εν
de profundos remolinos de ríos
el Janto Il.21.15, Panyas.23.3, el Escamandro Il.21.603, el Asopo, Asius 1B., el Alfeo h.Hom.1.3, ῥόος Ὠκεανοῖο Doroth.428.11.

Greek Monolingual

βαθυδινήεις, -εσσα, -εν και βαθυδινής, -ές και βαθυδίνης, ο (Α)
(για ποταμό) αυτός που σχηματίζει βαθιές δίνες, ορμητικός.
[ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. βαθυδινήεις < βαθύς + δινήεις < δίνη «η περιστροφική κίνηση του νερού, ο στρόβιλος», ο δε βαθυδινής < βαθύς + -δινής < δίνη.

Russian (Dvoretsky)

βαθυδῑνήεις: ήεσσα, ῆεν Hom. = βαθυδίνης.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

βαθυδινήεις -εσσα -εν βαθύς, δῖνος met diepe draaikolken.