ενθένδε

From LSJ
Revision as of 15:50, 25 July 2021 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "ταῡτα" to "ταῦτα")

πρέπει γὰρ τοὺς παῖδας ὥσπερ τῆς οὐσίας οὕτω καὶ τῆς φιλίας τῆς πατρικῆς κληρονομεῖν → it is right that children inherit their fathers' friendships just as they would their possessions

Source

Greek Monolingual

ἐνθένδε και αττ. επιτατ. τ. ἐνθενδὶ (Α)
επίρρ.
1. (για τόπο) από εδώ, από εκεί («στῆτε παρ' ἐμέ..., ἐνθένδε θ' ὑμεΐς», Αριστοφ.)
2. (με ρήμ. κινήσεως) απ' εδώ, δηλ. απ' αυτόν τον κόσμο στον Άδη
3. (για χρόνο) απ' αυτόν τον χρόνο, μετά απ' αυτό
4. από ή σύμφωνα με την ακόλουθη σκέψηἐνθένδε ἂν μᾶλλον πᾱς τις ὁμολογήσειε ταὐτὰ ταῦτα», Πλάτ.)
5. απ' αυτήν ακριβώς την πόλη («ἐνθένδ' αὐτόθεν», Αριστοφ.)
6. (με άρθρο ως επίθ.) ο εξής, ο ακόλουθος, ο περαιτέρω («τὸν ἐνθένδ' ὡς ἔχει σκέψαι λόγον», Ευρ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < ένθεν + -δε].