κήλας

From LSJ
Revision as of 00:10, 24 August 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")

νόησε δὲ δῖος Ὀδυσσεὺς σαίνοντάς τε κύνας, περί τε κτύπος ἦλθε ποδοῖινgodly Odysseus heard the fawning of dogs, and on top of that came the beat of two feet

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κήλας Medium diacritics: κήλας Low diacritics: κήλας Capitals: ΚΗΛΑΣ
Transliteration A: kḗlas Transliteration B: kēlas Transliteration C: kilas Beta Code: kh/las

English (LSJ)

ὁ, an Indian stork, adjutant, Leptoptilus argala, Ael.NA 16.4.

German (Pape)

[Seite 1430] ὁ, der Kropfvogel, Ael. H. A. 16, 4.

Greek (Liddell-Scott)

κήλας: ὁ, Ἰνδικόν τι πτηνὸν τὸ μέγεθος τριπλάσιον ὠτίδος, Αἰλ. π. Ζ. 16. 4.

French (Bailly abrégé)

ου (ὁ) :
pélican, DELG marabout, oiseau.
Étymologie: DELG emprunt à une langue indienne, avec influence de κήλη, à cause de son gros jabot.

Greek Monolingual

κήλας, ὁ (Α)
είδος ινδικού πελαργού («κήλαν ἐν Ἰνδοῖς ἀκούω ὄρνιν... τριπλάσιον ὠτίδος», Αιλ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. Αβέβαιης ετυμολ. Είναι πιθ. λ. ινδικής προελεύσεως (πρβλ. ινδ. hargēla), με σχηματισμό κατ' επίδραση της λ. κήλη λόγω της συγγένειας της σημασίας της «εξόγκωμα» με τον πρόλοβο τών πτηνών, και εμφανίζει κατάληξη -ας, που χρησιμοποιείται για τη δήλωση ζώων και πτηνών].