ἀντίβασις
καλῶς γέ μου τὸν υἱὸν ὦ Στιλβωνίδη εὑρὼν ἀπιόντ' ἀπὸ γυμνασίου λελουμένον οὐκ ἔκυσας, οὐ προσεῖπας, οὐ προσηγάγου, οὐκ ὠρχιπέδισας, ὢν ἐμοὶ πατρικὸς φίλος → Ah! Is this well done, Stilbonides? You met my son coming from the bath after the gymnasium and you neither spoke to him, nor kissed him, nor took him with you, nor ever once felt his balls. Would anyone call you an old friend of mine?
English (LSJ)
-εως, ἡ,
A resistance, Ph.Bel.73.14, Plu.Caes.38, etc.; πρός τι Id.2.584f; ἡ κατ' ἀντίβασιν ἁφή S.E.M.10.2; opp. ἐπέρεισις, Sor.2.10,cf. Antyll. ap. Orib.9.23.11.
2 ground of opposition(?), διαφόρου τετευχότα -σεως Phld.Sign.27.
II in the ballista, counter-prop, Vitr.10.11.9.
Spanish (DGE)
-εως, ἡ
I abstr.
1 resistencia αἱ γὰρ πολλαὶ δυνάμεις ... ἐπισπώμεναι μὲν ἅπασαι τὴν ἀντίβασιν ποιοῦνταί Ph.Bel.73.14, τὴν ἀντίβασιν τοῦ κλύδωνος Plu.Caes.38, ἡ πρὸς τροφὴν καὶ ποτὸν ἀντίβασις τοῦ λογισμοῦ Plu.2.584f, κατὰ ἀντίβασιν con resistencia S.E.M.10.2
•c. gen. τῆς ἐπερείσεως Sor.99.28, τοῦ πνεύματος Antyll. en Orib.9.23.11.
2 fil. refutación διαφόρου [τε] τευχότα ἀντιβ[ά] σεως Phld.Sign.27.36.
II concr. soporte trasero en las ballestas, Vitr.10.10.5, 11.9.
German (Pape)
[Seite 250] ἡ, das Entgegentreten, Widerstand, Plut. Caes., oft, u. Sp. Bei Vitruv. 10, 15 Gegenbasis.
French (Bailly abrégé)
εως (ἡ) :
opposition, résistance.
Étymologie: ἀντιβαίνω.
Russian (Dvoretsky)
ἀντίβᾰσις: εως ἡ сопротивление, противодействие (πρός τι Plut.).
Greek (Liddell-Scott)
ἀντίβᾰσις: -εως, ἐναντίωσις, ἀντίστασις, Πλουτ. Καῖσ. 38, κτλ.· πρός τι ὁ αὐτ. 2. 583Ε. ΙΙ. δευτέρα βάσις τοῦ κίονος, ἀντιστάτης, Βιτρούβ. 10. 15.
Greek Monolingual
ἀντίβασις, η (Α)
1. εναντίωση, αντίσταση
2. η δεύτερη βάση του κίονα, ο αντιστάτης.
Greek Monotonic
ἀντίβᾰσις: -εως, ἡ (ἀντιβαίνω), αντίσταση, σε Πλούτ.
Middle Liddell
ἀντιβαίνω
resistance, Plut.