ἐπίσωτρον

From LSJ
Revision as of 10:41, 25 August 2023 by Spiros (talk | contribs) (LSJ1 replacement)

ὀλίγοι τινὲς ὧν ἐντετύχηκα → a very few whom I've met

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐπίσωτρον Medium diacritics: ἐπίσωτρον Low diacritics: επίσωτρον Capitals: ΕΠΙΣΩΤΡΟΝ
Transliteration A: epísōtron Transliteration B: episōtron Transliteration C: episotron Beta Code: e)pi/swtron

English (LSJ)

Poll.1.144, Hsch., Ep. ἐπίσσωτρον (as always in Hom.), τό, metal hoop upon the felloe (σῶτρον), tire of a wheel, Il.23.519: mostly in plural, 5.725, 11.537, al.:—ὀπίσσωτρον is v.l. in Hom. and Hsch.

German (Pape)

[Seite 988] τό, ep. ἐπίσσωτρον, der eiserne Beschlag des Rades, die Schiene, die auf das Holz des Rades, σῶτρον gefügt wird, Il. 23, 519; im plur., 11, 537. 20, 502; χάλκεα 5, 725 u. öfter; vgl. Poll. 1, 144.

French (Bailly abrégé)

épq. ἐπίσσωτρον;
ου (τό) :
cercle de fer autour de la roue.
Étymologie: ἐπί, σῶτρον.

Greek (Liddell-Scott)

ἐπίσωτρον: Ἐπ. ἐπίσσωτρον (ἀείποτε παρ’ Ὁμ.), τό, ἡ μεταλλίνη στεφάνη τοῦ τροχοῦ ἡ περὶ τὸ σῶτρον, τοῦ μέν τε ψαύουσιν ἐπισσώτρου τρίχες ἄκραι οὐραῖαι, «ἐπίσωτρα τὰ ἔξω τῶν τροχῶν σιδήρεα κύκλα» (Εὐστ.), Ἰλ. Ψ. 519· τὸ πλεῖστον κατὰ πληθ., Ε. 725, Λ. 537, πρβλ. Ἡσύχ. ἐν λ.

English (Slater)

ἐπίσωτρον ? metal hoop on the felloe of a wheel. ἐπι]σώτ[ρ (supp. Lobel) P. Oxy. 2446. fr. 4a.

Greek Monotonic

ἐπίσωτρον: Επικ. ἐπίσ-σωτρον, τό, μεταλλική στεφάνη γύρω από τον τροχό (σῶτρον), εξωτερικό περίβλημα τροχού, σε Ομήρ. Ιλ.

Middle Liddell


the metal hoop round the felloe (σῶτρον), the tire of a wheel, Il.