ἀρχή
English (LSJ)
ἡ, (v. ἄρχω)
A beginning, origin, νείκεος ἀ. Il.22.116; πήματος Od.8.81; φόνου 21.4, etc.; opp. τέλος, Hdt.7.51, etc.; opp. τελευτή, Thgn.607, cf. Pl.Lg.715e, Hp.Morb.1.1; ἀ. γενέσθαι κακῶν Hdt.5.97; ἀ. ποιήσασθαί τινος Th.1.128, And.2.37, Isoc.12.120, etc.; ἀ. λαβεῖν τινός Aeschin.1.11; τὰς ἀρχὰς εἰληφέναι Plb.4.28.3; ἀρχὴν ὑποθέσθαι lay a foundation, D.3.2, etc.; βαλέσθαι Pl.Ep.326e (and Pass., ἀρχαὶ βέβληνται Pi.N.1.8); ἀρχὴν ἄρχεσθαί τινος Pl.Ti.36e; source of action, [ὁ ἄνθρωπος] ἔχει ἀρχὴν ἐλευθέραν Plot.3.3.4. b with Preps. in adverbial usages, ἐξ ἀρχῆς from the beginning, from the first, from of old, Od.1.188, Xenoph.10, etc.; οὑξ ἀ. φίλος S.OT385; ἡ ἐξ ἀ. ἔχθρα D.54.3; τὸ ἐξ ἀ. X.Cyn.12.6; but πλουτεῖν ἐξ ἀ. πάλιν anew, afresh, Ar.Pl.221; λόγον πάλιν ὥσπερ ἐξ ἀ. κινεῖν Pl.R.450a; ὁ ἐξ ἀ. λόγος the original argument, Id.Tht.177c, etc.; τὰ ἐξ ἀ. the principal sum, Arist.Pol.1280a30:—also ἀπ' ἀ. Hes.Th.425, Hdt.2.104, Pi.P.8.25, A.Supp.344, Pl.Tht.206d; κατ' ἀρχάς in the beginning, at first, Hdt.3.153, 7.5; αὐτίκα κατ' ἀ. Id.8.94; τὸ κατ' ἀ. Pl. Lg.798a, al. c acc. ἀρχήν, abs., to begin with, at first, Hdt. 1.9, 2.28, 8.132; τὴν ἀρχήν And.3.20: pl., τὰς ἀρχάς Plb.16.22.8: freq. followed by a neg., not at all, ἀρχὴν μηδὲ λαβών Hdt.3.39, cf. 1.193, al.; ἀ. δὲ θηρᾶν οὐ πρέπει τἀμήχανα S.Ant.92; ἀ. κλύειν ἂν οὐκ . . ἐβουλόμην Id.Ph.1239, cf. El.439, Philol.3, Antipho5.73, Pl. Grg.478c; sts. c. Art., τοῦτο οὐκ ἐνδέκομαι τὴν ἀ. Hdt.4.25; τὴν ἀ. γὰρ ἐξῆν αὐτῷ μὴ γράφειν D.23.93. 2 first principle, element, first so used by Anaximander, acc. to Simp. in Ph.150.23, cf. Arist. Metaph.983b11, etc.; Ἡράκλειτος τὴν ἀ. εἶναί φησι ψυχήν Id.de An.405a25; of ὕλη and θεός, opp. στοιχεῖα, Placit.1.3.25; practical principle of conduct, τῶν πράξεων τὰς ἀρχὰς καὶ τὰς ὑποθέσεις D. 2.10; principles of knowledge, Arist.Metaph.995b8, al. 3 end, corner, of a bandage, rope, sheet, etc., Hdt.4.60, Hp.Off.9, E.Hipp. 762, Aen.Tact.18.14, Act.Ap.10.11; of a compound pulley, Hero Bel.84.14. 4 Math., origin of a curve, τῆς ἕλικος Archim.Spir. 11 Def.2, etc.; ξυνὸν ἀ. καὶ πέρας ἐπὶ κύκλου περιφερείας Heraclit. 103. 5 branch of a river, LXX Ge.2.10 (pl.). 6 sum, total, ib.Nu.1.2. 7 vital organs of the body, Gal.1.318, al. II first place or power, sovereignty (not in Hom.), Διὸς ἀρχά Pi.O.2.64, cf. Hdt.1.6, etc.; γενέσθαι ἐπ' ἀρχῆς Arist.Pol.1284b2: metaph., μεγάλην μεντἂν ἀ. εἴης εὑρηκώς, of a stroke of fortune, D.21.196: pl., ἀρχαὶ πολισσονόμοι A.Ch.864 (lyr.); τὰς ἐμὰς ἀρχὰς σέβων S.Ant.744, etc.: c. gen. rei, τῆσδ' ἔχων ἀρχὴν χθονός S.OT737; ἀ. τῶν νεῶν, τῆς θαλάσσης, power over them, Th.3.90, X.Ath.2.7, etc.: prov., ἀ. ἄνδρα δείξει Biasap.Arist.EN1130a1, cf. D.Prooem.48; method of government, οὐδὲ τὴν ἄλλην ἀ. ἐπαχθής Th.6.54. 2 empire, realm, Κύρου, Περδίκκου ἀ., Hdt.1.91, Th.4.128, etc. 3 magistracy, office, ἀρχὴν ἄρχειν, παραλαμβάνειν, Hdt.3.80, 4.147; καταστήσας τὰς ἀ. καὶ ἄρχοντας ἐπιστήσας Id.3.89; εἰς ἀ. καθίστασθαι Th.8.70; εἰς τὴν ἀ. εἰσιέναι D.59.72, etc.; ἀ. λαχεῖν to obtain an office, Id.57.25; Ἑλληνοταμίαι τότε πρῶτον κατέστη ἀ. Th.1.96; ἐνιαύσιος ἀ. Id.6.54; ἀ. χειροτονητή, κληρωτή, Lex ap.Aeschin.1.21; withsg. Noun, Κυθηροδίκης ἀ. ἐκ τῆς Σπάρτης διέβαινεν αὐτόσε Th.4.53; term of office, ἀρχῆς λοιποὶ αὐτῷ δύο μῆνες Antipho6.42; ἀρχαὶ καὶ λειτουργίαι POxy.119.16 (iii A.D.). 4 in pl., αἱ ἀρχαί the authorities, the magistrates, Th.5.47, cf. Decr. ap. And.1.83; ἐν ταῖς ἀ. εἶναι Th.6.54; ἡ ἀρχή collectively, 'the board', D.47.22, cf. IG1.229, etc.; παραδιδόναι τινὰ τῇ ἀ. Antipho5.48; but ἡ ἀ., of a single magistrate, PHal.1.226 (iii B.C.); κατ' ἀρχῆς γὰρ φιλαίτιος λεώς against authority, A.Supp.485; πομποὺς ἀρχάς Id.Ag.124 (anap.). 5 command, i.e. body of troops, LXX 1 Ki.13.17, al. 6 pl., heavenly powers, Ep.Rom.8.38, al., cf. Dam. Pr.96; powers of evil, Ep.Eph.6.12, al. III = εἶδος μελίσσης ἀκέντρου, Hsch.
German (Pape)
[Seite 365] ἡ, 1) der Anfang, Beginn, von Hom. anüberall; Ἀλεξάνδρου ἕνεκ' ἀρχῆς, v. l. ἄτης, Iliad. 3, 100, s. Scholl. Aristonic.; Ἀλεξάνδρου ἕνεκ' ἄτης, v. l. ἀρχῆς, 24, 28, s. Scholl. Did.; κακοῦ 11, 604; πήματος Od. 8, 81; νείκεος Iliad. 22, 116; φόνου Od. 21, 4. 24, 169; ξεινοσύνης 21, 35; ἐξ ἀρχῆς, von Alters her, Od. 1, 188. 2, 254. 17, 69. 11, 438; οὑ' ξ ἀρχῆς φίλος Soph. O. R. 385; Pind. Ol. 7, 20; Aesch. Eum. 274; πάλιν ἐξ ἀρχῆς λέγε Plat. Phaed. 105 b; ἐὰν ἐξ ἀρχῆς φύσιν ἄθυμον λάβῃ Rep. III, 411 b, von vorn herein, d. i. an sich; ἐξ ἀρχῆς τὸ γενέσθαι χαλεπὸν παντὶ ζῴῳ Epin. 373 d; εὐθὺς ἐξ ἀ. Legg. II, 653 b; ὁ ἐξ ἀ. λόγος Theaet. 177 c u. öfter, wie Sp.; wird auch ἐξαρχῆς geschrieben. Ebenso steht auch ἀρχήν, u. bes. mit der Negation, durchaus nicht, überhaupt nicht, vgl. Wolf Dem. Lept. p. 278; Her. 3, 39 u. öfter; τὰ γὰρ ἄλλα δένδρεα οὐδὲ πειρᾶται ἀρχὴν φέρειν, überhaupt nicht einmal, 1, 193; vgl. 7, 26; τοῦτο οὐκ ἐνδέκομαι τὴν ἀρχήν, überhaupt nicht, 4, 25; τὸ ἄῤῥεν ἦν τοῦ ἡλίου τὴν ἀρχὴν ἔκγονον, ursvrünglich, Plat. Conv. 190 e; γίγνεσθαι ἡμᾶς τὴν ἀρχὴν οὐκ ἐῶσι Theaet. 206 d; Apol. 29 c, u. sonst; vgl. Xen. Cyr. 8, 3, 1; Pol. braucht so auch den plur., τὰς ἀρχάς, 2, 25, 8, u. öfter. Aehnl. ἀπ' ἀρχῆς, Her. 2, 104; Pind. P. 8, 26; κατ' ἀρχάς, Plat. Prot. 322 a; τὸ κατ' ἀρχὰς λεχθέν Soph. 261 a u. öfter. – 2) An fangspunkt, πεισμάτων Eur. Hipp. 712; στρόφου Her. 4, 60; ἀρχὴν βάλλεσθαί τινος, den Grund zu etwas legen, Plat Ep. VII, 326 c; vgl. Pind. N. 1, 8. Bes. in philosophischer Beziehung, sowohl die Elemente, als die Principien. – 3) Regierung, Διός Pind. Ol. 2, 60; öfter Tragg. u. in Prosa, wo auch die Beherrschten im gen. stehen, πολλῶν ἀνθρώπων, ναυτῶν, Plat. Crit. 104 a Rep. I, 341 d; bes. die ersten Würden im Staate, magistratus, auch Feldherrenwürde, Oberbefehl; ἀρχὴν ἄρχειν, ein obrigkeitliches Amt verwalten, Conv. 183 a u. öfter; ἐν ἀρχῇ εἶναι, εἰς ἀρχὴν καθίστασθαι, εἰσιέναι, ἀρχὴν λαχεῖν. Plat. setzt ἰδιωτεῖαι καὶ ἀρχαί gegenüber, Rep. X, 618 d, u. vrbdt αἱ μέγισται ἀρχαὶ καὶ τιμαί Tim. 20 a; auch die Behörden selbst, Aesch. Ag. 123; u. öfter im Att. = ἄρχων, z. B. τὴν ἀρχὴν εἰσάγειν, Is. 1, 14, wo nachher ὁ τῶν ἀρχόντων ἐλθών steht; ἄγειν ἐπὶ τὴν ἀρχήν Pol. 12, 16, 3 u. sonst. – Auch das Beherrschte, das Reich, βασιλέως Xen. An. 1, 9, 13 u. öfter; entsprechend δύναμις καὶ χώρα 2, 5, 11.
Greek (Liddell-Scott)
ἀρχή: ἡ, (ἴδε ἄρχω), ἡ ἀρχή, ἔναρξις, πρώτη αἰτία, νείκεος ἀρχὴ Ἰλ. Χ. 116· πήματος Ὀδ. Θ. 81· φόνου Φ. 4, κτλ.· ἀρ. γενέσθαι κακῶν Ἡροδ. 5. 97· ἀρχήν τινος ποιεῖσθαι, νὰ κάμῃ τι; ἀρχὴν πράγματός τινος, Θουκ. 1. 128· ἀρχὴν ὑποθέσθαι, βάσιν, θεμέλιον ὑποθέσθαι, Δημ. 29. 4, κτλ· ἀρχὴν ἄρχεσθαί τινος Πλάτ. Τίμ. 36Ε. β) συχν. μετὰ προθ. ἐν ἐπιρρηματικῇ χρήσει, ἐξ ἀρχῆς = ἀρχῆθεν, ἀπὸ παλαιοῦ, Ὀδ. Α. 188, κτλ.· οὑξ ἀρχῆς φίλος Σοφ. Ο. Τ. 385· ἡ ἐξ ἀρχῆς ἔχθρα Ξεν., κτλ.· τὸ ἐξ ἀρχῆς Ξεν. Κυν. 12. 6· ἀλλά, πλουτεῖν ἐξ ἀρχῆς πάλιν, ἐκ νέου, Ἀριστοφ. Πλ. 221· λόγον πάλιν ὥσπερ ἐξ ἀρχῆς κινεῖν Πλάτ. Πολ. 450Α· ὁ ἐξ ἀρχῆς λόγος ὁ αὐτ. Θεαιτ. 177C, πρβλ. 179D, κτλ.· αἱ ἐξ ἀρχῆς [μναῖ], ὃ ἐ. αἱ ἀρχικαί, αἱ ἀποτελοῦσαι τὸ κεφάλαιον, Ἀριστ. Πολ. 3. 9, 5: ― οὕτως, ἀπ᾿ ἀρχῆς Ἡσ. Θ. 425, Ἡρόδ. 2. 104, Πινδ., Τραγ.: ― κατ᾿ ἀρχάς, ἐν ἀρχῇ, Ἡρόδ. 3. 153., 7. 5· αὐτίκα κατ᾿ ἀρχὰς ὁ αὐτ. 8. 94· τὸ κατ᾿ ἀρχὰς Πλάτ. Νόμ. 798Α, κ. ἀλλ. γ) κατ᾿ αἰτ. μετ᾿ ἐπιρρ. ἐννοίας, ἀρχὴν γὰρ ἐγὼ μηχανήσομαι οὕτω ὥστε κτλ., ἐν πρώτοις, πρώτιστα, Ἡροδ. 1. 9., 2. 28, κ. ἀλλ.· τὴν ἀρχὴν Ἀνδοκ. 26. 5: ― συχν. παρακολουθεῖται ὑπὸ ἀρνητ. μορίου καὶ τότε σημαίνει παντάπασι, παντελῶς, οὐδόλως, Λατ. omnino non, ἀρχὴν μηδὲ λαβὼν Ἡροδ. 3. 39· ἀρχὴν δὲ θηρᾶν οὐ πρέπει τἀμήχανα Σοφ. Ἀντ. 92· ἔνθα ἴδε σημ. Jebb· ἀρχὴν κλύειν ἂν οὐκ... ἐβουλόμην ὁ αὐτ. Φίλ. 1239. πρβλ. Ἠλ. 439· ἐνίοτε μετὰ τοῦ ἄρθρου, τοῦτο οὐκ ἐνδέκομαι τὴν ἀρχὴν Ἡροδ. 4. 25, πρβλ. 28· τὴν ἀρχὴν γὰρ ἐξῆν αὐτῷ μὴ γράφειν Δημ. 651. 23· πρβλ. Ἀντιφῶντα 138. 6, Πλάτ. Γοργ. 478C· ἡ σημασία αὕτη ἀπαντᾷ καὶ ἂνευ ἀρνητικοῦ μορίου, ἐόντες ἀρχὴν ἑπτά, ἐν συνόλῳ, Ἡρόδ. 8. 132, ἴδε 1. 9: ― πρβλ. ἀρχῆθεν. 2) πρώτη ἀρχή, στοιχεῖον, πρῶτον ἐν τοιαύτῃ χρήσει παρὰ τοῖς Ἴωσι φιλοσόφοις, Ἀριστ. Μεταφ. 1. 3, 3, κἑξ.· συχν. παρὰ Πλάτ. καὶ Ἀριστ., μάλιστα ἐν τῷ πληθ.: ὁ Ἡράκλειτος ἐκάλει τὴν ψυχὴν ἀρχὴν, Ἀριστ. περὶ Ψυχ. 1. 2, 19. 3) ἡ ἄκρα ἐπιδέσμου, σχοινίου, σινδόνος, κτλ., Ἡροδ. 4. 60, Ἱππ. Κατ᾿ Ἰητρ. 743, Εὐρ. Ἱππ. 762, Πράξ Ἀπ. ι΄, 11. ΙΙ. ἡ πρώτη δύναμις, ἐξουσία, κράτος, κυριότης, οὐδαμοῦ παρ᾿ Ὁμ.· Διὸς ἀρχὴ Πινδ. Ο. 2. 106· συχν. παρ᾿ Ἡροδ. καὶ Τραγ., κλπ.· μεγάλην ἀρχὴν εὕρηκας Δημ. 557. 22, πρβλ. 69. 1· καὶ κατὰ πληθ. ἀρχαὶ πολισσόνομοι Αἰσχύλ. Χο. 864· τὰς ἐμὰς ἀρχὰς σέβειν Σοφ. Ἀντ. 744. κτλ.· ὡσαύτως μετὰ γεν. πράγματος, τῆσδ᾿ ἔχων ἀρχὴν χθόνος Σοφ. Ο. Κ. 737· ἀρχὴ τῶν νεῶν, τῆς θαλάσσης, τῆς Ἀσίας, ἐξουσία ἐπ᾿ αὐτῶν, Θουκ. 3. 90, Ξεν. Ἀθ. 2. 16, κτλ.: παροιμ., ἀρχὴ ἄνδρα δείξει Βίας παρ᾿ Ἀριστ. ἐν Ἠθ. Ν. 5. 1, 16, πρβλ. Δημ. 1455. 15· συχνάκις καὶ κατὰ πληθ., προστάγματα, ἐξουσία, Τραγ. 2) κυριαρχία, ἐξουσία, κράτος ἢ βασίλειον, ὡς: Κύρου, Περδίκκου ἀρχὴ, ὃ ἐ. Περσία, Μακεδονία, Ἡροδ. 1. 91, Θουκ. 1. 128, κτλ. 3) ἐν τῷ Ἀττικῷ πεζῷ λόγῳ, ἐξουσία, ὑπούργημα ἐν τῇ κυβερνήσει, ἀρχὴν ἄρχειν, λαμβάνειν, ἔχειν ἢ λαμβάνειν ὑπούργημά τι, Ἡροδ. 3. 80., 4. 147· καταστήσας τὰς ἀρχὰς καὶ ἄρχοντας ἐπιστήσας Ἡροδ. 3. 89· εἰς ἀρχὴν καθίστασθαι, ἀναλαμβάνειν ὑπούργημά τι, Θουκ. 8. 70· γενέσθαι ἐπ᾿ ἀρχῆς Ἀριστ. Πολιτικ. 3. 13, 19· ἀρχὴν εἰσιέναι Δημ. 1369. 19, κτλ.· ἀρχὴν λαχεῖν, ἐπιτυχεῖν (διὰ κλήρου) ὑπούργημά τι, ὁ αὐτ. 1306. 14· Ἑλληνοταμίαι τότε πρῶτον κατέστη ἀρχὴ Θουκ. 1. 96· ἔτι καὶ μετὰ ἑνικοῦ ὀνόματος, Κυθηροδίκης ἀρχὴ ἐκ τῆς Σπάρτης διέβαινεν αὐτόσε ὁ αὐτ. 4. 53: ― ὡσαύτως διάρκεια ἀξιώματός τινος, ἀρχῆς λοιποὶ αὐτῷ δύο μῆνες Ἀντιφῶν 146. 16· πρβλ. ἦρξαν τὴν ἐνιαύσιαν ἀρχὴν Θουκ. 6. 54. ― Εἰς τὰ ἀξιώματα ταῦτα ἠδύνατό τις νὰ ἀνέλθῃ κατὰ δύο τρόπους, διὰ χειροτονίας (ἀνατάσεως τῶν χειρῶν), καὶ τότε ἡ ἀρχὴ ἐκαλεῖτο χειροτονητή, ἢ διὰ κλήρου, καὶ τότε ἐκαλεῖτο κληρωτή, Αἰσχίν. 3. 35, πρβλ. 15. 11 4) κατὰ πληθ., αἱ ἀρχαί, οἱ ἄρχοντες, Θουκ. 5. 47, πρβλ. Ψήφισ. παρ᾿ Ἀνδοκ. 11. 29· ὡσαύτως ἡ ἀρχή, περιληπτικῶς «ἡ κυβέρνησις», Δημ. 1145. 26· παραδιδόναι τινὰ τῇ ἀρχῇ Ἀντιφῶν 135. 8· οὕτω κατ᾿ ἀρχῆς γὰρ φιλαίτιος λεώς, κατὰ τῆς ἐξουσίας, Αἰσχύλ. Ἱκ. 485· πομποὺς ἀρχὰς Αἰσχύλ. Ἀγ. 124.