νηπιαχεύω

From LSJ
Revision as of 20:01, 30 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (5)

νόησε δὲ δῖος Ὀδυσσεὺς σαίνοντάς τε κύνας, περί τε κτύπος ἦλθε ποδοῖινgodly Odysseus heard the fawning of dogs, and on top of that came the beat of two feet

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: νηπῐᾰχεύω Medium diacritics: νηπιαχεύω Low diacritics: νηπιαχεύω Capitals: ΝΗΠΙΑΧΕΥΩ
Transliteration A: nēpiacheúō Transliteration B: nēpiacheuō Transliteration C: nipiacheyo Beta Code: nhpiaxeu/w

English (LSJ)

   A to be childish, play like a child, Il.22.502:—Med., Rh.Mus.1879.195 (Rome).

Greek (Liddell-Scott)

νηπῐᾰχεύω: πράττω τὰ συνήθη τοῖς νηπίοις, Ἰλ. Χ. 502.

French (Bailly abrégé)

agir comme un petit enfant.
Étymologie: νηπίαχος.

English (Autenrieth)

play like a child, part., Il. 22.502†.

Greek Monolingual

νηπιαχεύω (Α)
(το ενεργ. και το μέσ.) ενεργώ ή συμπεριφέρομαι σαν να είμαι νήπιο, παιδιαρίζω.
[ΕΤΥΜΟΛ. < νηπίαχος «νήπιο» αντί νηπιαχώ (πρβλ. ποντοπορώ: ποντο-πορεύω)].

Greek Monotonic

νηπῐᾰχεύω: φέρομαι παιδιάστικα, παιδιαρίζω, σε Ομήρ. Ιλ.