Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ἀνοιστέος

From LSJ
Revision as of 12:16, 31 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (1)

Ubi idem et maximus et honestissimus amor est, aliquando praestat morte jungi, quam vita distrahi → Where indeed the greatest and most honourable love exists, it is much better to be joined by death, than separated by life.

Valerius Maximus, De Factis Dictisque
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀνοιστέος Medium diacritics: ἀνοιστέος Low diacritics: ανοιστέος Capitals: ΑΝΟΙΣΤΕΟΣ
Transliteration A: anoistéos Transliteration B: anoisteos Transliteration C: anoisteos Beta Code: a)noiste/os

English (LSJ)

α, ον,

   A to be referred, E.Fr.970.    II ἀνοιστέον one must carry back or report, S.Ant.272, E.HF1221:—one must refer, τι πρός τι Plu. Phoc.5; ἐπί τι Thphr.CP4.11.8.

Greek (Liddell-Scott)

ἀνοιστέος: -α, -ον, ῥημ. ἐπίθ. τοῦ ἀναφέρω, πρέπει τις νὰ ἀνενεχθῇ, ἀλλ’ ἀνοιστέοςλόγος ... ἐπὶ τὴν ἐξ ἀρχῆς ὑπόθεσιν Εὐρ. παρὰ Πλουτ. 2. 431Α. ΙΙ. ἀνοιστέον, πρέπει τις ν’ ἀναφέρῃ νὰ ποιήσῃ φανερόν, ἦν δ’ ὁ μῦθος ὡς ἀνοιστέον σοὶ τοὔργον εἴη τοῦτο κοὐχὶ κρυπτέον Σοφ. Ἀντ. 272, Εὐρ. Ἡρ. Μαιν. 1221: - πρέπει τις νὰ ἀναφέρῃ, νὰ ἀναγάγῃ, τι πρός τι Πλουτ. Φωκ. 5· ἐπί τι Θεοφρ. Αἰτ. Φ. 4. 11. 8.

French (Bailly abrégé)

α, ον :
adj. verb. de ἀναφέρω.

Spanish (DGE)

-ον
1 hay que referir σοὶ τοὔργον S.Ant.272, ἐκεῖσ' ἀ., ὅτ' ... hay que referirse a aquella ocasión en que ... E.HF 1221
tb. concertado ἀνοιστέος λόγος palabras que han de ser referidas E.Fr.970.
2 hay que atribuirlo ἐπὶ τὴν χώραν Thphr.CP 4.11.8, πρὸς τὸ ἦθος Plu.Phoc.5.

Greek Monolingual

ἀνοιστέος, -α, -ον (ρημ. επίθ.) (Α)
1. αυτός που πρέπει να αναφερθεί
2. (το ουδ.) ανοιστέον
α) πρέπει κανείς να κάνει φανερό
β) πρέπει να αναφέρει κάποιος κάτι.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ανοίσω, μέλλ. του αναφέρω].

Russian (Dvoretsky)

ἀνοιστέος: adj. verb. к ἀναφέρω.