λύη

From LSJ
Revision as of 19:12, 29 June 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+), ([\w]+)<\/b>" to "$1, $2")

Ἐάν γάρ ἀποδιδῷ τις τί ἐστιν αὐτῶν ἑκατέρῳ τό ζῴῳ εἶναι, ἴδιον ἑκατέρου λόγον ἀποδώσει (Aristotle, Categoriae 1a) → For if anyone gives an explanation of what it is for each of them to be an animal, he will give the same explanation of each

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: λύη Medium diacritics: λύη Low diacritics: λύη Capitals: ΛΥΗ
Transliteration A: lýē Transliteration B: lyē Transliteration C: lyi Beta Code: lu/h

English (LSJ)

[ῠ], ἡ, (λύω)

   A dissolution, separation: hence, faction, sedition, = στάσις, Hdn.Gr.1.306; Aeol., Dor. λύα, Alc.Supp.23.10, 5.11 (pl.), Pi.N.9.14.

Greek (Liddell-Scott)

λύη: ἡ, (λύω) διάλυσις, χωρισμός· ὅθεν στάσις, διαφορά, μάχη, Ἀρκάδ. σ. 103. 23· Δωρ. λύα, Πινδ. Ν. 9. 34.

French (Bailly abrégé)

ης (ἡ) :
dissolution, séparation ; sédition.
Étymologie: λύω.

Greek Monolingual

λύη, δωρ. τ. λύα, ἡ (Α) λύω
1. διάλυση, χωρισμός
2. διαφορά, διαμάχη.

Greek Monotonic

λύη: [ῠ], Δωρ. λύα, ἡ (λύω), διάλυση, χωρισμός· απ' όπου, διχόνια, διχασμός, στάση, ανατρεπτική ενέργεια, σε Πίνδ.

Middle Liddell

λύη, δοριξ λύα, ἡ, [λύω]
dissolution: hence, faction, sedition, Pind.