Ναυπλία

From LSJ
Revision as of 12:55, 30 June 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+ [\w]+)<\/b>" to "$1")

πᾶσά τε ἐπιστήμη χωριζομένη δικαιοσύνης καὶ τῆς ἄλλης ἀρετῆς πανουργία, οὐ σοφία φαίνεται → every knowledge, when separated from justice and the other virtues, ought to be called cunning rather than wisdom | every form of knowledge when sundered from justice and the rest of virtue is seen to be plain roguery rather than wisdom

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Ναυπλία Medium diacritics: Ναυπλία Low diacritics: Ναυπλία Capitals: ΝΑΥΠΛΙΑ
Transliteration A: Nauplía Transliteration B: Nauplia Transliteration C: Nafplia Beta Code: *naupli/a

English (LSJ)

Ion. -ιη, ἡ, Nauplia in Argolis, Hdt.6.76, etc.; Ναυπλιεύς, έως, ὁ,

   A a Nauplian, Str.8.6.14:—Adj. Ναύπλιος, α, ον, E.Or. 369; or ναυπηγ-ίειος, ib.54.

Greek (Liddell-Scott)

Ναυπλία: ἡ, πόλις ἐν Ἀργολίδι, «Ναύπλιον», Ἡρόδ., κλ.· Ναυπλιεύς, έως, ὁ, κάτοικος Ναυπλίας, Στράβ. 374· ― ἐπίθ. Ναύπλιος, α, ον, Εὐρ. Ὀρ. 369· ἢ -ίειος, αὐτόθι 54.

French (Bailly abrégé)

ας (ἡ) :
Nauplie, port sur le golfe d’Argolide.

Greek Monotonic

Ναυπλία: ἡ, η πόλη Ναυπλία στην Αργολίδα, το Ναύπλιο, σε Ηρόδ. κ.λπ.· Ναυπλιεύς, -έως, , κάτοικος του Ναυπλίου, σε Στράβ.· επίθ., Ναύπλιος ή -ίειος, , -ον, σε Ευρ.

Russian (Dvoretsky)

Ναυπλία: ион. Ναυπλίη ἡ Навплия (портовый город в Арголидском заливе) Her. etc.

Middle Liddell

Ναυπλία, ἡ,
Nauplia in Argolis, Hdt., etc.