αἰθρηγενής
ἔστιν οὖν τραγῳδία μίμησις πράξεως σπουδαίας καὶ τελείας μέγεθος ἐχούσης, ἡδυσμένῳ λόγῳ χωρὶς ἑκάστου τῶν εἰδῶν ἐν τοῖς μορίοις, δρώντων καὶ οὐ δι' ἀπαγγελίας, δι' ἐλέου καὶ φόβου περαίνουσα τὴν τῶν τοιούτων παθημάτων κάθαρσιν → Tragedy is, then, a representation of an action that is heroic and complete and of a certain magnitude—by means of language enriched with all kinds of ornament, each used separately in the different parts of the play: it represents men in action and does not use narrative, and through pity and fear it effects relief to these and similar emotions.
English (LSJ)
ές, (γενέσθαι) A borninclear sky, Βορέας Il.15.171. αἰθρηγενέτης, Od.5.296.
Greek (Liddell-Scott)
αἰθρηγενής: -ές, (γενέσθαι) ἐπίθ. τοῦ Βορέου, Ἰλ. Ο. 171, ὁ γεννηθεὶς ἐν τῷ αἰθέρι, ἐκ τοῦ αἰθέρος ἀναφὺς (καὶ οὐχὶ ἐνερ. = ποιῶν εὔδιον καὶ ψυχρὸν οὐρανόν, ὡς νομίζει ὁ Spitzn. Ἰλ. ἔνθ’ ἀνωτ.)· οὕτω καὶ τὸ αἰθρηγενέτης, Ὀδ. Ε. 296· πρβλ. Σοφ. Ο. Τ. 867.
French (Bailly abrégé)
ής, ές :
c. αἰθρηγενέτης.
English (Autenrieth)
aetherborn, Boreas.
Spanish (DGE)
-ές
que produce días claros o se produce en ellosdel Bóreas Il.15.171, 19.358, Αἴολον ὅς τ' ἀνέμοις αἰθρηγενέεσσιν ἀνάσσει a Eolo que gobierna sobre los vientos que traen los días despejados A.R.4.765.
Greek Monotonic
αἰθρηγενής: -ές (γί-γνομαι), επίθ. του Βορέα, αυτός που γεννήθηκε στον αιθέρα, αυτός που αναδύθηκε από τον αιθέρα, σε Ομήρ. Ιλ.· ομοίως και αἰθρη-γενέτης, σε Ομήρ. Οδ.
Russian (Dvoretsky)
αἰθρηγενής: Hom. = αἰθρηγενέτης.
Middle Liddell
γίγνομαι
epith. of Boreas, born in ether, sprung from ether, Il.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
αἰθρηγενής -ές αἴθρα, γίγνομαι geboren in de heldere hemel.