πατροκτονία

From LSJ
Revision as of 15:55, 11 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")

Ἤθους δικαίου φαῦλος οὐ ψαύει λόγος → Vox prava non pertingit ad mores bonos → Verkommne Rede rührt nicht an gerechte Art

Menander, Monostichoi, 214
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πατροκτονία Medium diacritics: πατροκτονία Low diacritics: πατροκτονία Capitals: ΠΑΤΡΟΚΤΟΝΙΑ
Transliteration A: patroktonía Transliteration B: patroktonia Transliteration C: patroktonia Beta Code: patroktoni/a

English (LSJ)

ἡ,    A murder of a father, parricide, Hipparch. ap. Stob.4.44.81, Plu.Rom.22, Iamb.VP17.78 (pl.).

German (Pape)

[Seite 536] ἡ, Vatermord, Plut. Rom. 22 u. öfter, u. a. Sp.

Greek (Liddell-Scott)

πατροκτονία: ἡ, τὸ πατροκτονεῖν, πατροφονία, Ἵππαρχος παρὰ Στοβ. 573. 55, Πλουτ. Ρωμ. 22, κτλ.

French (Bailly abrégé)

ας (ἡ) :
meurtre d’un père, parricide.
Étymologie: πατροκτόνος.

Greek Monolingual

ἡ, ΝΜΑ πατροκτόνος
ο φόνος του πατέρα από το παιδί του, έγκλημα που οι σύγχρονες νομοθεσίες και ο Ελληνικός Ποινικός Κώδικας τιμωρούν ως ανθρωποκτονία, ενώ οι παλαιές νομοθεσίες προέβλεπαν ιδιαίτερο αδίκημα πατροκτονίας, για το οποίο η ποινή ήταν πάντοτε ο θάνατος.

Greek Monotonic

πατροκτονία: ἡ, δολοφονία του πατέρα, πατροκτονία, σε Πλούτ.

Russian (Dvoretsky)

πατροκτονία: ἡ отцеубийство Plut.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

πατροκτονία -ας, ἡ [πατροκτόνος] vadermoord.

Middle Liddell

πατροκτονία, ἡ,
murder of a father, parricide, Plut.