κλαδαρόρυγχος

From LSJ
Revision as of 18:35, 23 August 2021 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\[\[πρβλ\]\]\. )(<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>), (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)" to "πρβλ. $3$5, $8$10")

κάλλιστον ἐφόδιον τῷ γήρᾳ ἡ παιδεία (Aristotle, quoted by Diogenes Laertius 5.21) → the finest provision for old age is education

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κλᾰδᾰρόρυγχος Medium diacritics: κλαδαρόρυγχος Low diacritics: κλαδαρόρυγχος Capitals: ΚΛΑΔΑΡΟΡΥΓΧΟΣ
Transliteration A: kladarórynchos Transliteration B: kladarorynchos Transliteration C: kladarorygchos Beta Code: kladaro/rugxos

English (LSJ)

ὁ, A clapper-bill, = τροχίλος, Ael.NA12.15.

German (Pape)

[Seite 1445] ὁ, Klapperschnabel, ein Vogel, Ael. H. A. 12, 15.

Greek (Liddell-Scott)

κλᾰδᾰρόρυγχος: ὁ, ὁ διὰ τοῦ ῥύγχους κλαδεύων, ὄνομα τοῦ τροχίλου, Αἰλ. π. Ζ. 12. 15· πρβλ. κλαδάω.

French (Bailly abrégé)

ου (ὁ) :
autre n. de l’oiseau τροχίλος.
Étymologie: κλαδαρός, ῥύγχος.

Greek Monolingual

κλαδαρόρυγχος, ὁ (Α)
το πτηνό τροχίλος («τὸν καλούμενον κλαδαρόρυγχον ἐταῖρον καὶ φίλον ἔχει (ὁ κροκόδειλος)», Αιλ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < κλαδαρός «εύθραυστος» + -ρυγχος (< ρύγχος), πρβλ. μακρόρυγχος, πλατύρυγχος].