διχόνοια

From LSJ
Revision as of 12:50, 3 October 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")

ἀναβάντα γὰρ εἰς τὴν ἀκρόπολιν, καὶ διὰ τὴν ὑπερβολὴν τῆς λύπης προσκόψαντα τῷ ζῆν, ἑαυτὸν κατακρημνίσαι → for he ascended the acropolis and then, because he was disgusted with life by reason of his excessive grief, cast himself down the height

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: δῐχόνοια Medium diacritics: διχόνοια Low diacritics: διχόνοια Capitals: ΔΙΧΟΝΟΙΑ
Transliteration A: dichónoia Transliteration B: dichonoia Transliteration C: dichonoia Beta Code: dixo/noia

English (LSJ)

ἡ, discord, disagreement, Pl.Alc.1.126c, Plu.2.70c; δ. περὶ τοῦ ἀρίστου Ph.2.181: c. gen., disagreement with, τῆς Ἀντωνίου γνώμης App.BC5.33.

Spanish (DGE)

-ας, ἡ
1 desacuerdo, disensión op. ὁμόνοια Pl.Alc.1.126c, D.Chr.38.15, c. gen. δ. τῆς Ἀντωνίου γνώμης desacuerdo con la opinión de Antonio App.BC 5.33, c. giro prep. ἡ περὶ τοῦ ἀρίστου ... δ. Ph.2.181
discordia τῆς διχον[οί] ας [ἔλ] ηξαν pusieron fin a la discordia Phld.Mus.4.18.39, cf. 20.10, ἐν στάσει καὶ διχονοίᾳ ἐστὶν ὁ βίος I.AI 18.374, οἰκία ... διχονοίας γέμουσα Plu.2.70c, cf. Origenes Dial.15, Const.Ep. en Eus.VC 3.17.2, Gr.Naz.M.36.176B, Const.App.2.20.3, ὁ δῆμος ... διχονοίαις ἀναπτόμενος Lyd.Mag.2.15, cf. 29, 3.47.
2 contradicción ἡ τῆς γνώμης δ. Thdt.Is.8.106.

German (Pape)

[Seite 647] ἡ, Verschiedenheit des Sinnes, Uneinigkeit; καὶ στάσις Plut. de adul. et am. discr. 44; App. B. C. 5, 33 u. a. Sp.

French (Bailly abrégé)

ας (ἡ) :
divergence d'opinion, dissentiment.
Étymologie: διχόνοος.

Russian (Dvoretsky)

διχόνοια:разногласие, раздор (ὁμόνοια ἢ δ. Plat.; στάσις καὶ δ. Plut.).

Greek (Liddell-Scott)

δῐχόνοια: ἡ, διαφωνία, ἀσυμφωνία, Πλάτ. Ἀλκ. 1. 126C, Πλούτ. 2. 70C, κτλ.

Greek Monolingual

η (AM διχόνοια)
διχοστασία, φιλονικία, διένεξη.

Greek Monotonic

δῐχόνοια: ἡ, ασυμφωνία, διαφωνία, σε Πλάτ.

Middle Liddell

δῐχόνοια, ἡ, n
discord, disagreement, Plat. [from δῐχόνοος]