κιθάρισμα

From LSJ
Revision as of 13:48, 29 November 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(elnltext.*?\]) ([a-zA-Z' ]+)(\.)\n" to "$1 $2$3 ")

τοῖς πράγμασιν γὰρ οὐχὶ θυμοῦσθαι χρεών· μέλει γὰρ αὐτοῖς οὐδέν· ἀλλ' οὑντυγχάνων τὰ πράγματ' ὀρθῶς ἂν τιθῇ, πράξει καλῶς → It does no good to rage at circumstance; events will take their course with no regard for us. But he who makes the best of those events he lights upon will not fare ill.

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κῐθάρισμα Medium diacritics: κιθάρισμα Low diacritics: κιθάρισμα Capitals: ΚΙΘΑΡΙΣΜΑ
Transliteration A: kithárisma Transliteration B: kitharisma Transliteration C: kitharisma Beta Code: kiqa/risma

English (LSJ)

[ᾰ], ατος, τό, that which is played on the cithara, a piece of music for it, Pl.Prt.326b, Max.Tyr.7.6, Ach.Tat.2.1, D.C.63.26; κ. ἐκ Βακχῶν Εὐριπίδου SIG648B8 (Delph., ii B.C.).

German (Pape)

[Seite 1437] τό, das auf der Cither Gespielte, Plat. Prot. 326 b u. Sp., wie D. Cass. 63, 26.

French (Bailly abrégé)

ατος (τό) :
son de la cithare ; morceau de musique joué sur la cithare, composé pour la cithare.
Étymologie: κιθαρίζω.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

κιθάρισμα -ατος, τό [κιθαρίζω] muziekstuk voor de citer.

Russian (Dvoretsky)

κῐθάρισμα: ατος (θᾰ) τό исполняемая на кифаре вещь: ποιήματα εἰς τὰ κιθαρίσματα ἐντείνειν Plat. подбирать стихи к музыкальным произведениям.

Greek (Liddell-Scott)

κῐθάρισμα: ᾰ, τό, τὸ ἐπὶ τῆς κιθάρας κρουόμενον μέλος, μελῳδία διὰ τὴν κιθάραν, Πλάτ. Πρωτ. 326Β.

Greek Monolingual

το (Α κιθάρισμα) κιθαρίζω
νεοελλ.
το παίξιμο της κιθάρας
αρχ.
η μελωδία πού παίζεται στην κιθάρα, που έχει συντεθεί για κιθάρα.

Greek Monotonic

κῐθάρισμα: [ᾰ], -ατος, τό (κιθαρίζω), αυτό που παίζεται στην κιθάρα, κομμάτι μουσικής σ' αυτήν, σε Πλάτ.

Middle Liddell

κῐθᾰ́ρισμα, ατος, τό, κιθαρίζω
that which is played on the cithara, a piece of music for it, Plat.