ἀργυρεύω
From LSJ
Αὐθαίρετος λύπη 'στὶν ἡ τέκνων σπορά → Procreation is a self-chosen suffering → Spontalis est miseria satio liberûm → Die Kinderzeugung ist ein selbstgewähltes Leid
English (LSJ)
dig for silver, D.S.5.36, Str.3.2.9.
Spanish (DGE)
explotar minas de plata Posidon.239, D.S.5.36.
French (Bailly abrégé)
exploiter une mine d'argent.
Étymologie: ἄργυρος.
German (Pape)
Silber graben, DS. 5.36; Strab. = Silber schmelzen.
Russian (Dvoretsky)
ἀργῠρεύω: добывать серебро Diod.
Greek (Liddell-Scott)
ἀργῠρεύω: σκάπτω πρὸς εὕρεσιν ἀργύρου, Διόδ. 5. 30, Στράβ. 147.
Greek Monolingual
ἀργυρεύω, (Α) άργυρος
σκάβω για να βρω άργυρο.
Greek Monotonic
ἀργῠρεύω: μέλ. του -σω, σκάβω για να βρω ασήμι, σε Στράβ.