νουθέτησις

From LSJ
Revision as of 18:45, 8 January 2023 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)btext=(.*?:<br \/>)([\w\s'-]+), ([\w\s'-]+)\.<br" to "btext=$1$2, $3.<br")

οὐ καταισχυνῶ τὰ ὅπλα τὰ ἱερά → I will never bring reproach upon my hallowed arms

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: νουθέτησις Medium diacritics: νουθέτησις Low diacritics: νουθέτησις Capitals: ΝΟΥΘΕΤΗΣΙΣ
Transliteration A: nouthétēsis Transliteration B: nouthetēsis Transliteration C: nouthetisis Beta Code: nouqe/thsis

English (LSJ)

εως, ἡ, admonition, warning, Eup.66; διδαχὴ καὶ ν. Pl.R.399b, Epicur.Nat.72 G.; ῥάβδου ν. Pl.Lg.700c, etc.

French (Bailly abrégé)

εως (ἡ) :
action d'avertir, d'admonester.
Étymologie: νουθετέω.

German (Pape)

ἡ, das ans Herz Legen, die Ermahnung; Eur. Herc.Fur. 1256; καὶ κολάσεις, Plat. Prot. 323e, öfter.

Russian (Dvoretsky)

νουθέτησις: εως ἡ увещевание, наставления, уговоры Eur., Plat. etc.

Greek (Liddell-Scott)

νουθέτησις: ἡ, συμβουλή, παραίνεσις, Εὐρ. Ἡρ. Μαιν. 1256, Εὔπολ. ἐν Ἀδήλ. 27, Πλάτ. Πολ. 393Β· ῥάβδου ν. ὁ αὐτ. ἐν Νόμ. 700C, κτλ.· - ὁ τύπος νουθετισμὸς ἐν Μενάνδρ. Ἀδήλ. 398, ἀποδοκιμάζεται ὑπὸ Πολυδ. Θ΄, 139 «φαῦλος γὰρ ὁ Μενάνδρου νουθετισμός, ἐπίπληξις δὲ καὶ σωφρονισμὸς καὶ ἐπιτίμησις» κτλ. - Ὁ Φώτ. ἔχει: νουθετησμὸν διὰ τοῦ η, πρβλ. Λοβέκ. εἰς Φρύνιχ. σ. 511.

Greek Monotonic

νουθέτησις: ἡ, συμβουλή, παραίνεση, προειδοποίηση, σε Ευρ., Πλάτ. κ.λπ.

Middle Liddell

νουθέτησις, ιος, ἡ,
admonition, warning, Eur., Plat., etc.

English (Woodhouse)

admonition, chastening, counsel, rebuke

⇢ Look up on Google | Wiktionary | LSJ full text search (Translation based on the reversal of Woodhouse's English to Ancient Greek dictionary)