δημοκρατέομαι

From LSJ
Revision as of 12:04, 4 September 2023 by Spiros (talk | contribs) (LSJ1 replacement)

ἡδονὴ μὲν γὰρ ἁπάντων ἀλαζονίστατον → pleasure is the greatest of impostors, pleasure is the most shameless thing of all

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: δημοκρᾰτέομαι Medium diacritics: δημοκρατέομαι Low diacritics: δημοκρατέομαι Capitals: ΔΗΜΟΚΡΑΤΕΟΜΑΙ
Transliteration A: dēmokratéomai Transliteration B: dēmokrateomai Transliteration C: dimokrateomai Beta Code: dhmokrate/omai

English (LSJ)

Pass. with fut. Med.
A -κρατήσομαι Th.8.48, Lys. 34.4, D.24.99, but -κρατηθήσομαι v.l. in Th.8.75: pf. δεδημοκράτημαι D.C.52.13:—have a democratic constitution, Hdt.6.43, Ar.Ach.642, Lys.12.4, etc.; πόλις δημοκρατουμένη Lex ap.And.1.88, cf. Th.5.29.
2 impers., δημοκρατεῖται democratic principles prevail, Arist. Pol.1265b38.

Spanish (DGE)

(δημοκρᾰτέομαι) • Alolema(s): dór. δαμο- IKnidos 51.6 (I a.C.)
• Morfología: [jón. pres. inf. δημοκρατέεσθαι Hdt.6.43; act. tard. Io.Mal.Chron.10.244, 16.393]
I 1c. suj. de los ciudadanos, gener. en plu. gobernarse democráticamente ἀποδέξασθαι ὡς χρεὸν εἴη δημοκρατέεσθαι Πέρσας Hdt.l.c., ὅτι δὴ καὶ αὐτοὶ οὐ δημοκρατήσονται de los aliados de Esparta, Th.8.48, cf. Arist.Pol.1276a14, ὑμεῖς ἀντεχόμενοι βεβαίως δημοκρατήσεσθε si ofrecéis resistencia, consolidaréis vuestra democracia Lys.34.4, cf. D.24.99, κατὰ τὸν νόμον ταῦτα ποεῖν ἔστι δίκαιον, εἰ δημοκρατούμεθα Ar.Ec.945, ᾠκοῦμεν δημοκρατούμενοι Lys.12.4, τοῖς δημοκρατουμένοις πρέπειν ὡς περὶ τὸ ἴσον καὶ τὸ δίκαιον σπουδάζειν D.17.1, cf. 20.161, 51.11, Philostr.VS 500, D.Chr.32.6, 50.2, Plu.Cor.16, Paus.1.3.3, πάντες οἱ δημοκρατούμενοι τῶν Ἑλλήνων FD 4.367.3 (II/I a.C.), μάλιστα δημοκρατούμενοι τυγχάνεσθαι tener el régimen más democrático Isoc.7.61, ἕως ... συνεχῶς ἐδημοκρατεῖσθ' mientras disfrutabais de una democracia ininterrumpida Isoc.16.37, cf. D.8.41, 10.13
irón., c. doble sent. τοὺς δήμους ἐν ταῖς πόλεσιν δείξας ὡς δημοκρατοῦνται mostrando cómo los pueblos en las ciudades aliadas se gobiernan democráticamente (pero se entiende son gobernados por el demo de Atenas), Ar.Ach.642
abs. τὸ δημοκρατεῖσθαι el régimen democrático op. ὀλιγαρχία X.HG 4.8.27, Isoc.8.95, Theopomp.Hist.62
fig. ὅτε ἦν ... ἔτι ὑπὸ νόμοις τε καὶ πατρὶ δημοκρατούμενος ἐν ἑαυτῷ cuando aún estaba controlado en su interior democráticamente por unas leyes y un padre del tirano en potencia, Pl.R.574e.
2 c. suj. de un determinado régimen de gobierno ser democrático δημοκρατίαν οὖσαν εἰς τὸ μᾶλλον δημοκρατεῖσθαι ἢ εἰς τὸ ἧττον que la democracia existente sea más o menos democrática Arist.Pol.1301b16, del régimen espartano δημοκρατεῖσθαι ... κατά τε τὰ συσσίτια καὶ τὸν ἄλλον βίον τὸν καθ' ἡμέραν Arist.Pol.1265b40.
II sent. pas., c. suj. de la ciudad ser gobernada democráticamente, tener una constitución democrática πόλις δημοκρατουμένη de Atenas, Th.6.89, cf. Isoc.20.20, ley en And.Myst.87, καὶ τὴν πόλιν ἐλευθέραν καὶ δημοκρατουμένην αὐτόνομον παρέδωκεν IG 22.682.38 (III a.C.), cf. Milet 1(3).150.84 (II a.C.), de Mantinea, Th.5.29, de Roma en época republicana, D.C.52.13.3, de Milasa ILabr.8.14 (III a.C.), de Argos, D.S.15.58, πατρίς de Cnido IKnidos l.c., op. ὀλιγαρχεῖσθαι Th.8.76, gener. αἱ δημοκρατούμεναι πόλεις Arist.Pol.1284a18, cf. 1292a8, Pl.R.338d, D.10.4, 24.58, D.S.1.74, 2.38, Plu.2.166d.
III en v. act. dirigir o controlar al pueblo por parte de las facciones del circo τὸ πράσινον μέρος ἐδημοκράτησεν ἐν τῇ Ῥώμῃ Io.Mal.Chron.l.c., cf. M.97.581A.

German (Pape)

[Seite 563] vom Volke beherrscht werden, eine demokratische Verfassung haben, Her. 6, 43; Ar. Ach. 642; πόλις Thuc. 5, 29, u. öfter, wie Folgde. – Erst sehr Sp. haben das act. von den Faktionen des Circus (δῆμοι).

French (Bailly abrégé)

-οῦμαι;
être gouverné démocratiquement, avoir une constitution démocratique.
Étymologie: δῆμος, κρατέω.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

δημοκρατέομαι [δῆμος, κράτος] Ion. inf. δημοκρατέεσθαι een democratisch bestuur hebben; onpers.: δημοκρατεῖσθαι κατὰ τὴν ἐφόρων ἀρχήν het democratisch element zit in het gezag van de ephoren Aristot. Pol. 1265b38.

Russian (Dvoretsky)

δημοκρᾰτέομαι: иметь демократический образ правления, управляться народом (Her., Lys., Arph.; πόλις δημοκρατουμένη Thuc., Arst.).

Greek Monotonic

δημοκρᾰτέομαι: Παθ. και Μέσ. μέλ. -κρατήσομαι ή Παθ. -κρατηθήσομαι, παρακ. δεδημοκράτημαι (δῆμος, κρατέω)· έχω δημοκρατικό πολίτευμα, ζω μέσα στη δημοκρατία, σε Ηρόδ., Αριστοφ., Θουκ.

Greek (Liddell-Scott)

δημοκρᾰτέομαι: παθ. μετὰ μέσ. μέλλ. –κρατήσομαι (Θουκ. 8. 48, Λυσ. 213. 14, Δημ. 731. 15, ἀλλὰ -κρατηθήσομαι Θουκ. 8. 75· πρκμ. δεδημοκράτημαι Δίων Κ. 52. 13). Ἔχω δημοκρατικὸν πολίτευμα, ζῶ ἐν δημοκρατίᾳ, Ἡρόδ. 6. 43, Ἀριστοφ. Ἀχ. 642, Θουκ. 5. 29, κτλ.· πόλις δημοκρατουμένη Νομ. παρ' Ἀνδοκ. 12. 4, πρβλ. Λυσ. 120. 28· πρβλ. ὀλιγαρχέομαι. 1) ἀπροσ., δημοκρατεῖται, δημοκρατεῖται, δημοκρατατικαί ἀρχαὶ ὑπερισχύουσιν, Ἀριστ. Πολ. 2. 6, 17. ΙΙ.τὸ ἐνεργ. παρὰ Βυζαντιακ. συγγραφ. ἐπὶ τῶν μερίδων τοῦ ἱπποδρόμου (δῆμοι), διεγείρω ταραχήν, στάσιν, Ἰω. Μαλαλ. 393, κτλ.· πρβλ. δημοτεύομαι.

Middle Liddell

δῆμος, κρατέω
Pass. to have a democratical constitution, live in a democracy, Hdt., Ar., Thuc.