Φθιώτης

From LSJ
Revision as of 14:39, 6 February 2024 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(mltxt.*?)ῑ(.*?\n\}\})" to "$1ῖ$2")
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

ἀλωπεκίζω πρὸς ἑτέραν ἀλώπεκα → Greek meets Greek | with the fox, be a fox

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Φθιώτης Medium diacritics: Φθιώτης Low diacritics: Φθιώτης Capitals: ΦΘΙΩΤΗΣ
Transliteration A: Phthiṓtēs Transliteration B: Phthiōtēs Transliteration C: Fthiotis Beta Code: *fqiw/ths

English (LSJ)

ου, ὁ, a man of Phthia, Hdt. 7.132, Th. 8.3, etc.; Φθιῶτ' Ἀχιλλεῦ A. Fr. 132, cf. E. Tr. 575 (anap.), IA 237 (lyr.); as Adj., Πηνειὲ Φθιῶτα Call. Del. 112; — Φθιῶτις γῆ, the land of Phthia, E. Andr. 664, etc.; ἀκταὶ Φ. Id. Tr. 1125; γυναῖκες Id. Andr. 1047; — Adj. φθιωτικός, ή, όν, Str. 9.5.8; — also Adj. Φθῖος, α, ον, whence ΦθῖοιΦθιῶται, Il. 13.686; with pecul. fem. Φθιάς, -άδος, ἡ, E. Hec. 451 (lyr.), etc.

French (Bailly abrégé)

ου;
adj. m.
de Phthiotide.
Étymologie: Φθία.

Russian (Dvoretsky)

Φθῑώτης: дор. Φθῑώτᾱς, ου ὁ уроженец или житель Фтии Aesch., Eur., Her., Thuc., Arph.

Greek (Liddell-Scott)

Φθιώτης: -ῶτις, κλπ., ἴδε ἐν λέξ. Φθία.

Greek Monolingual

ό, θηλ. Φθιώτις, -ώτιδος, Α
1. ο κάτοικος της Φθίας, πόλης της Θεσσαλίας
2. το θηλ. α) μία από τις τέσσερεις περιοχές της Θεσσαλίας
β) (συνήθως σε συνεκφορά με τη λ. Ἀχαΐα) περιοχή γύρω από την Όθρυ, που αποτελούσε το νοτιοανατολικό τμήμα της Θεσσαλίας και η οποία αρχικά ονομαζόταν Αχαΐα ή Αχαιΐς, δηλαδή πατρίδα τών Αχαιών, αλλά αργότερα επονομάστηκε Φθιώτις, ώστε να διακρίνεται από την Αχαΐα της Πελοποννήσου, τμήμα της οποίας αποικίστηκε από Αχαιούς της Θεσσαλίας
3. (με σημ. επιθ.) αυτός που κατοικεί ή προέρχεται από την Φθία (α. «Φθιῶτ' Ἀχιλλεῡ», Αισχύλ.
β. «Πηνειὲ Φθιῶτα», Καλλ.
γ. «Φθιώτιδες γυναῖκες», Ευρ.)
4. (το θηλ. σε συνεκφορά με τη λ. γῆ) η χώρα της Φθίας.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < Φθία + κατάλ. -ιώτης (πρβλ. Σικελιώτης)].

Greek Monotonic

Φθιώτης: -ῶτις, βλ. Φθία.

Middle Liddell

Φθῑώτης, ου, ὁ,
a man of Phthia, Hdt., etc.