παρέγχυμα
τοῦ δὲ πολέμου οἱ καιροὶ οὐ μενετοί → in war, opportunities won't wait | the chances of war will not wait (Thucydides 1.142.2)
English (LSJ)
-ατος, τό, parenchyma, anything poured in beside, name given by Erasistratus to the peculiar substance of the lungs, liver, kidneys, and spleen, as if formed separately by the veins that run into them, the word σάρξ being used of the muscular flesh, Gal.14.697, Alex.Aphr.Pr.2.72.
German (Pape)
[Seite 510] τό, das Nebenhineingegossene, Sp.; Erasistratos nannte so die eigenthümliche Substanz der Lunge, Leber, Nieren und Milz, gleichsam ein Füllsel, das sich aus dem Blute der sich in diese Teile ergießenden Adern gebildet habe, im Gegensatz des Fleisches, der Muskel, σάρξ.
Greek (Liddell-Scott)
παρέγχῠμα: τό, τὸ πλησίον ἐγκεχυμένον· οὕτως ἐκάλεσεν ὁ Ἐρασίστρατος τὴν ἰδιαιτέραν ὕλην ἐξ ἧς οἱ πνεύμονες, τὸ ἧπαρ, οἱ νεφροὶ καὶ ὁ σπλήν, ἅτινα εἶναι ἐσχηματισμένα οἱονεὶ ἐκ τῶν φλεβῶν, διότι τὸ αἷμα τῶν φλεβῶν ἐκχεόμενον εἰς αὐτὰ περιπήγνυται καὶ ἀποτελεῖ ταύτην τὴν ὕλην, σάρκα δὲ ὀνομάζει μόνην τὴν ἐν τοῖς μυσὶ τοῦ σώματος, Ἀλεξ. Ἀφρ. Προβλ. 2. 72, Γαλην. τ. 12, σ. 311 Kühn.
Greek Monolingual
τὸ, ΝΜΑ παρεγχέω
1. ανατ. ο σπογγώδης ιστός από τον οποίο αποτελούνται τα συμπαγή σπλάγχνα του σώματος, το ήπαρ, η σπλήνα, οι πνεύμονες, οι νεφροί
2. βοτ. μόνιμος απλός φυτικός ιστός
3. ζωολ. συνδετικός ιστός μεσοδερμικής προέλευσης στις μεσοσπλαγχνικές κοιλότητες τών τριπλοβλαστικών ακοιλωματικών ζώων
αρχ.
καθετί που χύνεται επιπρόσθετα μέσα σε κάτι άλλο.