realizar
From LSJ
οὐκ ἐπιθυμήσεις τὴν γυναῖκα τοῦ πλησίον σου → thou shalt not covet thy neighbor's wife, thou shalt not covet thy neighbour's wife, you shall not covet your neighbor's wife, you shall not covet your neighbour's wife
Spanish > Greek
ἐνστέλλω, διαπράσσω, ἀποπληρόω, ἀποπίμπλημι, ἀπεργάζομαι, ἐκτελέω, ἐξανύω, ἀπέρδω, ἐκπράσσω, ἐκποιέω, ἀποδίδωμι, διεργάζομαι, διενεργέω, δημιουργέω, ἀπαρτίζω, ἐμποιέω, ἀποτελέω, ἀποφαίνω, ἐκπίμπλημι, ἐκπεραίνω, διατελέω, ἄνω, διεκτελέω, ἐκφέρω, ἀποδείκνυμι, ἀλεγύνω, ἐνεργέω, ἐμμελετάω, διεξεργάζομαι, ἀνύω, εἰδοφορέω, ἐξάγω, ἐκμηχανάομαι, ἀνακομίζω