Σμύρνα
From LSJ
μὴ περιρέμβου ζητοῦσα θεόν → do not roam about looking for god
English (LSJ)
Ion. Σμύρνη, ἡ, Smyrna, in Ionia, Hom.Epigr.4.6, Mimn.9.6 (where it is called Aeolic, cf. Hdt.1.149):—Σμυρναῖος, Σμυρναῖα, Σμυρναῖον = of Smyrna, Smyrnaian, inhabitant of Smyrna, of Smyrna, Pi.Fr.204; Σμυρναϊκός, Σμυρναϊκή, Σμυρναϊκόν, Dorio ap.Ath.7.319d, etc.—In Inscrr. and Coins freq. written Ζμύρνα, Ζμυρναῖος, IG3.128.14, IGRom.4.1545 (Erythrae), Head Hist.Num. p.593.
French (Bailly abrégé)
ης (ἡ) :
Smyrne, ville d'Ionie.
Étymologie: σμύρνα.
English (Strong)
the same as σμύρνα; Smyrna, a place in Asia Minor: Smyrna.
Greek Monotonic
Σμύρνα: Ιων. -νη, ἡ, Σμύρνη, πόλη της Ιωνίας, σε Ηρόδ. κ.λπ.
Russian (Dvoretsky)
Σμύρνα: эп.-ион. Σμύρνη ἡ Смирна
1 главный город Ионии, на берегу Смирнейского залива Hom., Her.;
2 дочь кипрского царя Кинира Pind.