διεξέλασις

From LSJ

ἀλλ' εἰ μὲν ἁγνόν ἐστί σοι Πειθοῦς σέβας, γλώσσης ἐμῆς μείλιγμα καὶ θελκτήριον → but if you have holy reverence for Persuasion, the sweetness and charm of my tongue

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: διεξέλᾰσις Medium diacritics: διεξέλασις Low diacritics: διεξέλασις Capitals: ΔΙΕΞΕΛΑΣΙΣ
Transliteration A: diexélasis Transliteration B: diexelasis Transliteration C: diekselasis Beta Code: diece/lasis

English (LSJ)

-εως, ἡ, = διέλασις, Id.Sull.18, Hld.9.18.

Spanish (DGE)

-εως, ἡ
carga, embestida de carros, Plu.Sull.18, de caballos, Hld.9.18.2.

German (Pape)

[Seite 619] ἡ, das Durchbrechen, Durchreiten; Plut. Sull. 18; Heliod. 9, 18.

French (Bailly abrégé)

εως (ἡ) :
charge de cavalerie.
Étymologie: διεξελαύνω.

Russian (Dvoretsky)

διεξέλᾰσις: εως ἡ Plut. = διέλασις 2.

Greek (Liddell-Scott)

διεξέλᾰσις: -εως, ἡ, = διέλασις, Πλούτ. Σύλλ. 18, Ἡλιόδ. 9. 18.

Greek Monolingual

διεξέλασις, η (Α) διεξελαύνω
διέλασις.

Greek Monotonic

διεξέλᾰσις: -εως, ἡ, = διέλασις, σε Πλούτ.

Middle Liddell

διεξέλᾰσις, εως n [from διεξελαύνω = διέλασις, Plut.]