δύτης

From LSJ

τὰ πρὸ Εὐκλείδου ἐξετάζειν → investigate what happened before the flood, investigate what happened in the distant past, investigate what happened before Euclid, investigate what happened before the year of Euclid

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: δύτης Medium diacritics: δύτης Low diacritics: δύτης Capitals: ΔΥΤΗΣ
Transliteration A: dýtēs Transliteration B: dytēs Transliteration C: dytis Beta Code: du/ths

English (LSJ)

[ῠ], ου, ὁ, (δύω) diver, Hdt.8.8; δ. βύθιος Poll.1.97.

Spanish (DGE)

-ου, ὁ buceador δ. τῶν τότε ἀνθρώπων ἄριστος Hdt.8.8, δ. βύθιος Poll.1.97.

German (Pape)

[Seite 692] ὁ, der Taucher; Her. 8, 8; βύθιος Poll. 1, 97.

French (Bailly abrégé)

ου (ὁ) :
plongeur.
Étymologie: δύω.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

δύτης -ου, ὁ [δύω] duiker.

Russian (Dvoretsky)

δύτης: ου (ῠ) ὁ водолаз Her.

Greek Monolingual

ο (AM δύτης)
κολυμβητής που καταδύεται κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας για να ανασύρει αντικείμενα από τον βυθό, βουτηχτής.

Greek Monotonic

δύτης: [ῠ], -ου, ὁ (δύω), καταδύτης, βουτηχτής, βατραχάνθρωπος, σε Ηρόδ.

Greek (Liddell-Scott)

δύτης: [ῠ], -ου, ὁ, (δύω) κολυμβητὴς δυόμενος εἰς τὴν θάλασσαν ἢ τὸ ὕδωρ, Ἡρόδ. 8. 8, Πολυδ. Α', 97.

Middle Liddell

δῠ́της, ου, [δύω]
a diver, Hdt.