επίπλευση

From LSJ

κοινὴ γὰρ ἡ τύχη καὶ τὸ μέλλον ἀόρατον → fortune is common to all, the future is unknown | fortune is common to all and the future unknown | fate is common to all and the future unknown

Source

Greek Monolingual

η (Α ἐπίπλευσις) επιπλέω
νεοελλ.
1. η παραμονή ή η άνοδος στην επιφάνεια ενός υγρού, η επιπόλαση, η μη βύθιση
2. ναυτ. η πλεύση ενός πλοίου εναντίον άλλου ή ἐπειτα από άλλο, σε στολοδρομία
3. (μεταλλ.) μέθοδος αποχωρισμού τών πολύτιμων μετάλλων με ανάμιξη ενός μίγματος με νερό και ανατάραξη
αρχ.
1. η ενέργεια του επιπλέω, η πλεύση πάνω σε κάτι
2. (με εχθρ. σημασ.) πλεύση προς κάποια διεύθυνση, επίθεση κατά θάλασσαν («σφῶν ἐχόντων τὴν ἐπίπλευσιν ἀπὸ τοῦ πελάγους τε καὶ ἀνάκρουσιν» — ενώ αυτοί είχαν τη δυνατότητα της κατά θάλασσαν επιθέσεως και της επιστροφής, Θουκ.).