καταγαΐδιοι
Ὥσπερ αὐτοῦ τοῦ ἡλίου μὴ ὄντος καυστικοῦ, ἀλλ' οὔσης ζωτικῆς καὶ ζωοποιοῦ θέρμης ἐν αὐτῷ καὶ ἀπλήκτου, ὁ ἀὴρ παθητικῶς δέχεται τὸ ἀπ' αὐτοῦ ϕῶς καὶ καυστικῶς· οὕτως οὖν ἁρμονίας οὔσης ἐν αὐτοῖς τινὸς καὶ ἑτέρου εἴδους ϕωνῆς ἡμεῖς παθητικῶς ἀκούομεν → Just as although the Sun itself does not cause burning but has a heat in it that is life-giving, life-engendering, and mild, the air receives light from it by being affected and burned, so also although there is a certain harmony and a different kind of voice in them, we hear it by being affected.
English (LSJ)
θεοί gods of the underworld, = Lat. di manes, IG14.581 (Centuripa).
Greek Monolingual
καταγαΐδιοι, οἱ (Α)
φρ. «καταγαΐδιοι θεοί» — οι θεοί του κάτω κόσμου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κατ(α)- + -γα-ΐδιος (< γᾱ / γη) κατά το πρότυπο του κατάγειος. Ο τ. μαρτυρείται επίσης μόνο στον αμφίβολο τ. υπογαΐδιοι].