κοτινάς
κακῷ δέ τῳ προσεικάζω τάδε → I think this looks like mischief, these things sound ominous to me, these things sound evil to me, I consider these things ominous, I liken these things to something bad
English (LSJ)
κοτινάδος, ἡ,
A grafted upon a wild olive, ἐλαία Poll.6.45.
II fruit of the wild olive-tree, Hp.Morb.3.16.
Greek (Liddell-Scott)
κοτῐνάς: -άδος, ἡ, ὁ καρπὸς τοῦ κοτίνου, δηλ. τῆς ἀγριελαίας, νήστει δίδου ἄνθος χαλκοῦ ὅσον κοτινάδα Ἱππ. 495. 14· «τὰς δὲ κοτινάδας ἐλαίας στραβήλους ὠνόμασε Φερεκράτης» Πολυδ. Ϛ΄, 45.
Greek Monolingual
κοτινάς, -άδος, ἡ (Α)
1. αγριελιά που έχει κεντρωθεί με ήμερη ελιά
2. ο καρπός της αγριελιάς.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κότινος + επίθημα -άς / -άδος (πρβλ. γενειάς, κλεισιάς)].
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
κοτινάς -άδος, ἡ [κότινος] vrucht van de wilde olijf olijf.
German (Pape)
άδος, ἡ, ἐλαία, ein auf einen wilden Olivenstamm gepfropfter zahmer Ölbaum, und die Frucht des wilden Ölbaumes; Hippocr.; Poll. 6.45.