λυχνομαντεία
οὐδεὶς ἔστη παρὰ τῷ λέοντι ἡμᾶς φοβήσαντι → no one stood near the lion because it had frightened us
English (LSJ)
ἡ, divination by means of a lamp, PMag.Lond.121.540,556 (-τία Pap.), PMag.Par. 1.952 (-τία).
Spanish
licnomancia, adivinación por medio de una lámpara
Greek Monolingual
η (Α λυχνομαντεία)
είδος αρχαίας μαντικής που γινόταν με σταθερή ενατένιση και προσήλωση του βλέμματος σε αναμμένο λύχνο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < λύχνος + -μαντεία (< μαντεύω), πρβλ. θεομαντεία, ονειρομαντεία.
Léxico de magia
ἡ licnomancia, adivinación por medio de una lámpara χρημάτισόν μοι, περὶ ὧν ἀξιῶ σε, διὰ τῆς αὐτόπτου λυχνομαντίας profetízame sobre aquello que te pido por medio de la licnomancia que proporciona una visión directa P IV 952 ἧκε μοι, τὸ πνεῦμα τὸ ἀεροπετές, ... ἐπὶ τὴν λυχνομαντείαν ταύτην, ἥν ποιῶ ven a mí, espíritu que vuela por el aire, a esta licnomancia que estoy realizando P VII 561