φαβοκτόνος

From LSJ

οὕτως καὶ ἡ πίστις, ἐὰν μὴ ἔχῃ ἔργα, νεκρά ἐστιν καθ' ἑαυτήν → so even the Faith, if it does not have deeds, and is on its own, is dead | the Faith without works is dead

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: φᾰβοκτόνος Medium diacritics: φαβοκτόνος Low diacritics: φαβοκτόνος Capitals: ΦΑΒΟΚΤΟΝΟΣ
Transliteration A: phaboktónos Transliteration B: phaboktonos Transliteration C: favoktonos Beta Code: fabokto/nos

English (LSJ)

ὁ, (φάψ) dove killer, Hsch.

German (Pape)

[Seite 1249] Tauben tödtend, Taubentödter, Hesych.

Greek (Liddell-Scott)

φᾰβοκτόνος: ὁ, (φὰψ) ὁ φονεύων περιστεράς, Ἡσύχ.· πρβλ. τὸ ἑπόμ.

Greek Monolingual

ὁ, Α
(κατά τον Ησύχ.) «ὁ περιστεράς φονεύων».
[ΕΤΥΜΟΛ. < φάψ, φαβός «άγριο περιστέρι» + -κτόνος (< κτείνω), πρβλ. ταυροκτόνος.