κόραξ δ' ἐπαίνῳ καρδίην ἐχαυνώθη → the flattered crow was filled with pride, the flattered crow became elate in heart
ἡσυχία, ἐπίσχεσις, ἀντικατάσχεσις, ἀφάνισις, ἔξοδος, ἀπαλλαγή, ἐποχή, ἀνακωχή, ἀνοκωχή, ἀπόστασις, μετάστασις, ἀνάσχεσις, ἀνακοπή, ἐρωή, κατάπαυμα, παῦλα, λῆξις, παυσωλή, ἀνάπαυλα, κατάπαυσις, διάλυσις, κατάλυσις, κατάληψις, ἐκσκορπισμός, λώφησις, μεταλλαγή, μεταβολή