ἀντέμφασις

From LSJ

Σοφία δὲ πλούτου κτῆμα τιμιώτερον → Pretiosior res opipus est sapientia → Die Weisheit ist mehr wert als Säcke voller Geld

Menander, Monostichoi, 482
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀντέμφᾰσις Medium diacritics: ἀντέμφασις Low diacritics: αντέμφασις Capitals: ΑΝΤΕΜΦΑΣΙΣ
Transliteration A: antémphasis Transliteration B: antemphasis Transliteration C: antemfasis Beta Code: a)nte/mfasis

English (LSJ)

-εως, ἡ, difference of appearance, Str.2.4.8; also pl., ibid.; opposition, antithesis, S.E.M.1.57; distinction, Hdn.Gr.1.941, A.D.Adv.159.19.

Spanish (DGE)

-εως, ἡ
diferencia, oposición de descripciones ἤ γε τῶν Ἰαπύγων ἄκρα ... ἔχει τινὰ ἀντέμφασιν Str.2.4.8, de géneros literarios, S.E.M.1.57, de nombres κατὰ ἀντέμφασιν τῶν ἐν τῆ Φοινίκῃ Σύρων Andro Teius 2.2
gram., de diferencias acentuales con valor distintivo: de ὦτα frente a ὠτᾶν A.D.Adu.159.19, de τινός frente a τίνος Sch.D.T.455.14.

German (Pape)

[Seite 246] ἡ, Widerspruch, Gegensatz, Sext. Emp.; entgegengesetzte Erscheinung, Strab.

French (Bailly abrégé)

εως (ἡ) :
1 apparence différente;
2 opposition, antithèse.
Étymologie: ἀντεμφαίνω.

Russian (Dvoretsky)

ἀντέμφᾰσις: εως ἡ противоположное мнение, возражение Sext.

Greek (Liddell-Scott)

ἀντέμφᾰσις: -εως, ἡ, διάφορος ἔμφασις, Στράβ. 109: ἀντίθεσις, διαφορά, Σέξτ. Ἐμπ. Μ. 1. 57. - «ἡ διὰ οὐκ ἀναστρέφεται πρὸς ἀντέμφασιν αἰτιατικῆς τῆς Δία» Ἀνέκδ. Ὀξ. τ. 1, σ. 6. 13.

Greek Monolingual

ἀντέμφασις, η (Α)
1. διαφορά εμφάνισης
2. αντίθεση, διάκριση.

Greek Monotonic

ἀντέμφᾰσις: -εως, ἡ (ἐμφαίνω), διαφορετικότητα στην εμφάνιση, σε Στράβ.

Middle Liddell

ἐμφαίνω
difference of appearance, Strab.