ἐκπροΐημι
From LSJ
πάντα χωρεῖ καὶ οὐδὲν μένει καὶ δὶς ἐς τὸν αὐτὸν ποταμὸν οὐκ ἂν ἐμβαίης → all things move and nothing remains still, and you cannot step twice into the same stream
English (LSJ)
send forth, παγὰν ἐκπροϊεῖσαι E.Ion119 codd. (lyr.).
Spanish (DGE)
1 hacer brotar δρόσοι ... παγὰν ἐκπροϊεῖσαι E.Io 119.
2 proferir, lanzar ἀρὴν ἐκπροέηκε Gr.Naz.M.37.1503A.
German (Pape)
[Seite 776] (s. ἵημι), herauslassen, -senden, παγὰν ἐκπροϊεῖσαι Eur. Ion 119.
French (Bailly abrégé)
lâcher, faire jaillir.
Étymologie: ἐκ, προΐημι.
Russian (Dvoretsky)
ἐκπροΐημι: досл. выпускать, перен. изливать, струить (δροσοι παγὰν ἐκπροϊεῖσαι Eur.).
Greek (Liddell-Scott)
ἐκπροΐημι: ἐκπέμπω, ἀέναον παγὰν ἐκπροϊεῖσαι Εὐρ. Ἴων 119· ἀλλὰ τὸ χωρίον φαίνεται ἐφθαρμένον, ἴδε σημ. Paley ἐν τόπῳ.
Greek Monolingual
Greek Monotonic
ἐκπροΐημι: μέλ. -προήσω, βγάζω προς τα έξω, αναδίδω, προωθώ, στέλνω, σε Ευρ.