ἰσοσύλλαβος
τούτου δὲ συμβαίνοντος ἀναγκαῖον γίγνεσθαι πάροδον καὶ τροπὰς τῶν ἐνδεδεμένων ἄστρων → but if this were so, there would have to be passings and turnings of the fixed stars
English (LSJ)
ἰσοσύλλαβον, having the same number of syllables, Plu.2.739a, Hermog.Id.1.12, A.D.Pron.11.8, etc. Adv. ἰσοσυλλάβως St.Byz. s.v. Ἄβαι, EM552.34.
German (Pape)
[Seite 1267] gleichsylbig, gleich viel Sylben habend, Plut. Symp. 9, 3, 3 u. Gramm.
French (Bailly abrégé)
ος, ον :
qui a un même nombre de syllabes.
Étymologie: ἴσος, συλλαβή.
Greek Monolingual
-η, -ο (ΑΜ ἰσοσύλλαβος, -ον)
(για λέξεις ή στίχους) αυτός που έχει ισάριθμες συλλαβές με κάποιον άλλο
νεοελλ.
(το ουδ. πληθ. ως ουσ.) τα ισοσύλλαβα
τα ονόματα που έχουν τον ίδιο αριθμό συλλαβών σε όλες τις πτώσεις.
επίρρ...
ισοσυλλάβως και ισοσύλλαβα (Α ἰσοσυλλάβως)
με ίσο αριθμό συλλαβών.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἰσ(ο)- + -σύλλαβος (< συλλαβή), πρβλ. περιττοσύλλαβος, πολυσύλλαβος].
Russian (Dvoretsky)
ἰσοσύλλᾰβος: содержащий равное количество слогов, равносложный (στίχοι Plut.).