ὀρθοχαίτης

From LSJ

κόσμος σκηνή, ὁ βίος πάροδος· ἦλθες, εἶδες, ἀπῆλθες → The world is a stage, life is your entrance: you came, you saw, you departed (Democritus fr. 115 D-K)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὀρθοχαίτης Medium diacritics: ὀρθοχαίτης Low diacritics: ορθοχαίτης Capitals: ΟΡΘΟΧΑΙΤΗΣ
Transliteration A: orthochaítēs Transliteration B: orthochaitēs Transliteration C: orthochaitis Beta Code: o)rqoxai/ths

English (LSJ)

ὀρθοχαίτου, ὁ, with hair standing on end, Str.15.1.57; Glossaria on φριξολόφος, Hsch.

German (Pape)

[Seite 376] ὁ, mit grade emporgesträubten Haaren, Hesych. erkl. ὀρθόλοφος.

Greek (Liddell-Scott)

ὀρθοχαίτης: -ου, ὁ, πρὸς ἑρμηνείαν τοῦ φριξολόφος. Ἡσύχ.

Greek Monolingual

ὀρθοχαίτης, ὁ (Α)
αυτός που έχει υψωμένη τη χαίτη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ορθ(ο)- + -χαίτης (< χαίτη), πρβλ. ευρυχαίτης].