Ὀρτυγία
Τῶν γὰρ πενήτων εἰσὶν οἱ λόγοι κενοί → Haud pondus ullum pauperum verbis inest → Denn der Armen Worte haben kein Gewicht
English (LSJ)
Ion. Ὀρτυγίη, ἡ, (ὄρτυξ)
A Quail-island, the ancient name of Delos or Rhenaea, Str.10.5.5; also of other places in Greece; in one of these Artemis killed Orion, Od.5.123: hence she is called Ὀρτυγία, S.Tr.213 (lyr.).
II part of the city of Syracuse, otherwise called Νᾶσος, the Island, Str.6.2.4.
French (Bailly abrégé)
ας (ἡ) :
Ortygia;
1 anc. n. de Délos;
2 surnom d'Artémis, la déesse née à Ortygie.
Étymologie: ὄρτυξ.
Russian (Dvoretsky)
Ὀρτῠγία:
I ἡ Ортигия, «Перепелиный остров»
1 древнее название о-ва Делос Hom., Pind.;
2 полуостров, входящий в состав Сиракуз Pind.
II adj. f рожденная на острове Ортигия, ортигийская (эпитет Артемиды) Soph.
Greek (Liddell-Scott)
Ὀρτῠγία: Ἰωνικ. -ίη, ἡ, (ὄρτυξ) ἡ τῶν ὀρτύγων νῆσος, ἀρχαῖον ὄνομα τῆς Δήλου, ὅθεν ἡ Ἄρτεμις καλεῖται Ὀρτυγία, Σοφ. Τρ. 214. Εἶναι δύσκολον νὰ ἀποδεχθῇ τις ὅτι αὕτη ἦτο ἡ παρ’ Ὁμήρῳ Ὀρτυγίη (Ὀδ. Ο. 404, Ε. 123). ΙΙ. μέρος τῶν Συρακουσῶν (τὸ μόνον μέρος νῦν κατῳκημένον), ἄλλως καλούμενον καὶ Νᾶσος δηλ. νῆσος, Στράβ. 270.
English (Slater)
Ὀρτῠγία
1 Quail island
a an ancient name for Delos. καλέοντί μιν Ὀρτυγίαν ναῦται πάλαι Πα. 7B. 48.
b an island off Syracuse. Συρακοσσᾶν τε καὶ Ὀρτυγίας (O. 6.93) ἀνέδησεν Ὀρτυγίαν στεφάνοις (P. 2.6) ἄμπνευμα σεμνὸν Ἀλφεοῦ, κλεινᾶν Συρακοσσᾶν θάλος Ὀρτυγία (N. 1.2)
Greek Monolingual
Ὀρτυγία και επικ. τ. Ὀρτυγίη, ἡ (Α) [[όρτυξ, -υγος]]
1. ονομασία της νήσου Δήλου, αλλά και άλλων περιοχών της Ελλάδας
2. προσωνυμία της Αρτέμιδος
3. ονομασία μικρού νησιού μπροστά στην πόλη τών Συρακουσών, το οποίο ονομαζόταν και Νᾱσος
4. ονομασία άλσους κοντά στην Έφεσο.
Greek Monotonic
Ὀρτῠγία: Ιων. -ίη, ἡ (ὄρτυξ), το νησί των Ορτυκιών, αρχ. ονομασία της Δήλου, όπου η Άρτεμις προσφωνείτο Ὀρτυγία, σε Σοφ.
Middle Liddell
Ὀρτῠγία, ἡ, ὄρτυξ
quail-island, ancient name of Delos, whence Artemis is called Ὀρτυγία, Soph.