ὑφεῖσα

From LSJ

ἔνδον σκάπτε, ἔνδονπηγή τοῦ ἀγαθοῦ καί ἀεί ἀναβλύειν δυναμένη, ἐάν ἀεί σκάπτῃς → Dig within. Within is the wellspring of Good; and it is always ready to bubble up, if you just dig. | Look within. Within is the fountain of the good, and it will ever bubble up, if thou wilt ever dig.

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὑφεῖσα Medium diacritics: ὑφεῖσα Low diacritics: υφείσα Capitals: ΥΦΕΙΣΑ
Transliteration A: hypheîsa Transliteration B: hypheisa Transliteration C: yfeisa Beta Code: u(fei=sa

English (LSJ)

Ion. ὕπεισα, I placed under or I placed secretly, ὑπείσας ἄνδρας (Ion. part.) having set them in ambush, Hdt.3.126, cf. 6.103; λόχον ὑφείσας Nic.Dam.55J.: but as (ὑφ-) εἷσα is the augmented aor. of ἑδ- (cf. καθίζω, Att. fut. καθέσω), the part. must be unaugmented, and ὑπέσας, ὑπέσαντες should be restored in Hdt. ll. cc., and either ὑφέσας or the later form ὑφίσας [ῐ] (cf. ὑφίζω) in Nic.Dam.l.c.

German (Pape)

ich setzte nieder, in Hinterhalt legen, ὑπείσας ἄνδρας, Her. 3.126, 6.103. Vgl. ὕφημαι.

Russian (Dvoretsky)

ὑφεῖσα: ион. ὑπεῖσα - v.l. ὑπίσα (только в форме aor. 1) расположить в засаде (ἄνδρας Her.).

Greek (Liddell-Scott)

ὑφεῖσα: Ἰων. ὑπεῖσα, ἐτοποθέτησα κρυφίως, ὑπείσας ἄνδρας (Ἰων. μετοχ.), τοποθετήσας ἄνδρας εἰς ἐνέδραν, Ἡρόδ. 3. 126., 6. 103, πρβλ. Νικ. Δαμασκ. 56 (Fr. Hist. Müll. 3. 390)· ― πρβλ. ὕφημαι, καὶ περὶ τῆς σημ. ἴδε ὑφίστημι ΙΙ. 2. ― Ἀλλ’ ὁ Cobet V. LL 88, παραβάλλων τὰ κάτισον, κατίσας παρ’ Ἡροδ. 1. 89, 88, προτείνει ὑπίσας ἐκ τοῦ ὑφίζω:

Greek Monotonic

ὑφεῖσα: Ιων. ὑπ-εῖσα (βλ. ἵζω I), τοποθέτησα από κάτω ή κρυφά, ὑπείσας ἄνδρας, έχοντας τοποθετήσει τους άνδρες σε ενέδρα, σε Ηρόδ.

Middle Liddell

ionic ὕπ-εισα [v. ἵζω I]
I placed under or secretly, ὑπείσας ἄνδρας having set them in ambush, Hdt.