ἀρτάβη: Difference between revisions
ἀμήχανον δὲ παντὸς ἀνδρὸς ἐκμαθεῖν ψυχήν τε καὶ φρόνημα καὶ γνώμην, πρὶν ἂν ἀρχαῖς τε καὶ νόμοισιν ἐντριβὴς φανῇ → hard it is to learn the mind of any mortal or the heart, 'till he be tried in chief authority | it is impossible to know fully any man's character, will, or judgment, until he has been proved by the test of rule and law-giving
(big3_7) |
(6) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=-ης, ἡ<br />[[artaba]]<br /><b class="num">1</b> medida persa de capacidad (1 medimno y 3 quénices) equivalente a 201 cótilas, unos 56 litros, Hdt.1.192<br /><b class="num">•</b>equivalente a 192 cótilas (1 medimno), Polyaen.4.3.32, Hsch., Sud.<br /><b class="num">2</b> medida egipcia de capacidad que oscila entre 24 y 42 quénices, equivalente a unos 39 litros, Plb.5.89.4, <i>PCair.Zen</i>.113.5, 124.7 (III a.C.), <i>IPh</i>.12<i>bis</i>.5 (II a.C.), <i>OGI</i> 90.30 (Roseta), <i>PLond</i>.24ue.18 (II a.C.), <i>PIFAO</i> 1.1.12 (I d.C.), <i>PVindob.Salomons</i> 5.18 (II d.C.), <i>POxy</i>.9ue.8, 9 (III/IV d.C.), <i>PMasp</i>.6ue.102 (IV d.C.), Epiph.Const.<i>Mens</i>.M.43.272B, Isid.<i>Etym</i>.16.26.16.<br /><br /><b class="num">• Etimología:</b> Préstamo quizá de origen iranio cf. aram. <i>’rdb</i>, babilonio <i>ardabu</i>, elam. <i>irtiba</i>. | |dgtxt=-ης, ἡ<br />[[artaba]]<br /><b class="num">1</b> medida persa de capacidad (1 medimno y 3 quénices) equivalente a 201 cótilas, unos 56 litros, Hdt.1.192<br /><b class="num">•</b>equivalente a 192 cótilas (1 medimno), Polyaen.4.3.32, Hsch., Sud.<br /><b class="num">2</b> medida egipcia de capacidad que oscila entre 24 y 42 quénices, equivalente a unos 39 litros, Plb.5.89.4, <i>PCair.Zen</i>.113.5, 124.7 (III a.C.), <i>IPh</i>.12<i>bis</i>.5 (II a.C.), <i>OGI</i> 90.30 (Roseta), <i>PLond</i>.24ue.18 (II a.C.), <i>PIFAO</i> 1.1.12 (I d.C.), <i>PVindob.Salomons</i> 5.18 (II d.C.), <i>POxy</i>.9ue.8, 9 (III/IV d.C.), <i>PMasp</i>.6ue.102 (IV d.C.), Epiph.Const.<i>Mens</i>.M.43.272B, Isid.<i>Etym</i>.16.26.16.<br /><br /><b class="num">• Etimología:</b> Préstamo quizá de origen iranio cf. aram. <i>’rdb</i>, babilonio <i>ardabu</i>, elam. <i>irtiba</i>. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[ἀρτάβη]], η (Α)<br />[[είδος]] περσικού και αιγυπτιακού μέτρου χωρητικότητας.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Η λ. [[είναι]] [[δάνειο]] ανατολικής προελεύσεως και συνδέεται με το αραμ. '<i>rdb</i> και το μτγν. βαβυλ. <i>αrdαbu</i>. Παλαιότερα εθεωρείτο ότι προήλθε από την Αίγυπτο, σύμφωνα όμως με νεώτερη [[άποψη]] η λ. [[είναι]] αρχαία περσική και ανάγεται πιθ. σε τ. <i>ŗd</i>-<i>bα</i>-. Πρόκειται δηλ. για τεχνικό όρο της διοικήσεως των Αχαιμενιδών, και [[μάλιστα]] [[πριν]] επιβληθεί η Αραμαϊκή ως επίσημη [[γλώσσα]] της αυτοκρατορίας]. | |||
}} | }} |
Revision as of 06:22, 29 September 2017
English (LSJ)
ἡ, Persian measure,
A artaba, = 1 medimnus + 3 choenices, Hdt.1.192; or exactly 1 medimnus, Suid., Hsch. II Egvptian measure of capacity, varying from 24 to 42 χοίνικες, OGI90.30 (Rosetta), PLond.2.265 (i A. D.), POxy.9v8 (iii/iv A.D.), etc.
Greek (Liddell-Scott)
ἀρτάβη: ἡ, μέτρον Περσικὸν χωροῦν κατὰ τὸν Ἡρόδ. ἕνα μέδιμνον Ἀττικὸν καὶ τρεῖς χοίνικας, ἡ δὲ ἀρτάβη, μέτρον ἐὸν Περσικὸν χωρέει μεδίμνου Ἀττικῆς πλεῖον χοίνιξι τρισὶ Ἀττικῇσι Ἡρόδ. 1. 192· κατὰ Σουΐδ., καὶ Ἡσύχ. «ἀρτάβη· μέτρον Μηδικὸν σίτου, Ἀττικὸς μέδιμνος». - Ὑπάρχει ὡσαύτως καὶ Αἰγυπτία ἀρτάβη = Ἀττ. μετρητῇ Ἐπιγρ. Αἰγ. ἐν τῇ Συλλ. Ἐπιγρ. 4697. 30, 4862 β, Ἐπιγρ. Κυρήν. αὐτόθι 5109 πρβλ. Sturz Μακεδ. Διαλ. σ. 87, Rawlinson Ἡρόδ. ἔνθ’ ἀνωτ.
French (Bailly abrégé)
ης (ἡ) :
artabe, mesure persane de 1 médimne et 3 chénices attiques, environ 56 litres.
Spanish (DGE)
-ης, ἡ
artaba
1 medida persa de capacidad (1 medimno y 3 quénices) equivalente a 201 cótilas, unos 56 litros, Hdt.1.192
•equivalente a 192 cótilas (1 medimno), Polyaen.4.3.32, Hsch., Sud.
2 medida egipcia de capacidad que oscila entre 24 y 42 quénices, equivalente a unos 39 litros, Plb.5.89.4, PCair.Zen.113.5, 124.7 (III a.C.), IPh.12bis.5 (II a.C.), OGI 90.30 (Roseta), PLond.24ue.18 (II a.C.), PIFAO 1.1.12 (I d.C.), PVindob.Salomons 5.18 (II d.C.), POxy.9ue.8, 9 (III/IV d.C.), PMasp.6ue.102 (IV d.C.), Epiph.Const.Mens.M.43.272B, Isid.Etym.16.26.16.
• Etimología: Préstamo quizá de origen iranio cf. aram. ’rdb, babilonio ardabu, elam. irtiba.
Greek Monolingual
ἀρτάβη, η (Α)
είδος περσικού και αιγυπτιακού μέτρου χωρητικότητας.
[ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. είναι δάνειο ανατολικής προελεύσεως και συνδέεται με το αραμ. 'rdb και το μτγν. βαβυλ. αrdαbu. Παλαιότερα εθεωρείτο ότι προήλθε από την Αίγυπτο, σύμφωνα όμως με νεώτερη άποψη η λ. είναι αρχαία περσική και ανάγεται πιθ. σε τ. ŗd-bα-. Πρόκειται δηλ. για τεχνικό όρο της διοικήσεως των Αχαιμενιδών, και μάλιστα πριν επιβληθεί η Αραμαϊκή ως επίσημη γλώσσα της αυτοκρατορίας].