γιγαρτώδης: Difference between revisions

From LSJ

ὦ δυσπάλαιστον γῆρας, ὡς μισῶ σ' ἔχων, μισῶ δ' ὅσοι χρῄζουσιν ἐκτείνειν βίον, βρωτοῖσι καὶ ποτοῖσι καὶ μαγεύμασι παρεκτρέποντες ὀχετὸν ὥστε μὴ θανεῖν: οὓς χρῆν, ἐπειδὰν μηδὲν ὠφελῶσι γῆν, θανόντας ἔρρειν κἀκποδὼν εἶναι νέοις → Old age, resistless foe, how do I loathe your presence! Them too I loathe, whoever desire to lengthen out the span of life, seeking to turn the tide of death aside by food and drink and magic spells; those whom death should take away to leave the young their place, when they no more can benefit the world

Source
(big3_10)
(8)
Line 15: Line 15:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-ες<br /><b class="num">1</b> [[parecido a la pepita de uva]] τι μαλακόν Thphr.<i>HP</i> 3.17.6.<br /><b class="num">2</b> subst. τὸ γ. fig. [[desecho]] πυρώσω εἰς καθαρὸν τὸ γ. σου Thd.<i>Is</i>.1.25.
|dgtxt=-ες<br /><b class="num">1</b> [[parecido a la pepita de uva]] τι μαλακόν Thphr.<i>HP</i> 3.17.6.<br /><b class="num">2</b> subst. τὸ γ. fig. [[desecho]] πυρώσω εἰς καθαρὸν τὸ γ. σου Thd.<i>Is</i>.1.25.
}}
{{grml
|mltxt=[[γιγαρτώδης]], -ες (AM)<br /><b>1.</b> όμοιος με τα κουκούτσια του σταφυλιού<br /><b>2.</b> με [[πολλά]] κουκούτσια.
}}
}}

Revision as of 07:02, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: γιγαρτώδης Medium diacritics: γιγαρτώδης Low diacritics: γιγαρτώδης Capitals: ΓΙΓΑΡΤΩΔΗΣ
Transliteration A: gigartṓdēs Transliteration B: gigartōdēs Transliteration C: gigartodis Beta Code: gigartw/dhs

English (LSJ)

ες,

   A like grape-stones, Thphr.HP 3.17.6, Thd.Is.1.25.

Greek (Liddell-Scott)

γῐγαρτώδης: -ες, (εἶδος) ὅμοιος πρὸς γίγαρτονπλήρης ἐξ αὐτοῦ, Θεόφρ. Ἱ. Φ. 3. 17, 6, Θεοδ. II. Δ.

Spanish (DGE)

-ες
1 parecido a la pepita de uva τι μαλακόν Thphr.HP 3.17.6.
2 subst. τὸ γ. fig. desecho πυρώσω εἰς καθαρὸν τὸ γ. σου Thd.Is.1.25.

Greek Monolingual

γιγαρτώδης, -ες (AM)
1. όμοιος με τα κουκούτσια του σταφυλιού
2. με πολλά κουκούτσια.